Ο γέροντας δέχτηκε και μια μέρα πήρε το γαϊδουράκι του (Μάρκο τον φώναζε) και κατέβηκε από το μοναστήρι για το σπίτι των παιδιών.
Εκεί τον περίμεναν με χαρά τα πνευματικά του τέκνα.
Το τι ετοιμασίες και το τι φαγητά τού ετοίμασαν, δεν περιγράφεται!
Ο γέροντας όμως ήταν εγκρατής και δεν έτρωγε πολύ. Ωστόσο, ο οικοδεσπότης τον προέτρεπε να φάει, λέγοντάς του:
- Κάνε αγάπη, γέροντα! Κάνε υπακοή και φάε και από αυτό... φάε και από εκείνο...
Το αποτέλεσμα ήταν να φάει ο γέροντας πολύ, για τα δικά του δεδομένα.
Όταν τελείωσαν το γεύμα, ο γέροντας τούς ευχαρίστησε και πήρε τον δρόμο της επιστροφής για το μοναστήρι.