Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

Εψύγη η αγάπη των πολλών! Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος

Είναι πανθομολογούμενον ότι σήμερον έλειψεν, εψύγη η αγάπη των πολλών. Μα τι λέγω; έλειψεν, δεν υπάρχει αγάπη; Υπάρχει, αλλά τι αγάπη, αγάπη ψευδής, επιζημία, επιβλαβεστάτη. Διότι άλλοι αγαπούν τον εαυτόν τους και μόνον. Άλλοι αγαπούν τον μαμμωνά, τον πλούτον, την πλεονεξίαν, την αρπαγήν, την αδικίαν, το ψεύδος, την επιορκίαν. Αλλοι αγαπούν την υπερηφάνειαν, τον φθόνον, την συκοφαντίαν, την κατάκρισιν, την καταλαλιάν. Άλλοι αγαπούν την πολυφαγίαν, την πολυπoσίαν, την μέθην, την πορνείαν, την μοιχείαν, την ασέλγειαν και ακολασίαν.

Τινές δε αγαπούν να κυλίωνται ως χοίροι εις τον βόρβορον της ακαθαρσίας, αι δε πλείσται των γυναικών αγαπούν να στολίζουν το σώμα και όχι την ψυχήν των, να βάφουν τα χείλη των, τους όνυχας, τα πρόσωπά των. Και άλλοι, πάλιν, αγαπούν περισσότερον τον διάβολον και τα έργα του από τον Θεόν.

Τοιαύτη αγάπη σήμερον υπάρχει και πλεονάζει. Η τοιαύτη αγάπη εστι πρόξενος όλων των κακών, των δυστυχιών και των συμφορών των ανδρογύνων, των αδελφών, των οικογενειών, των κοινοτήτων, των πόλεων, των εθνών, ακόμη και των Εκκλησιών.

Ημείς, ως λογικοί, φρόνιμοι και σοφοί, ας προτιμήσωμεν την πρώτην αγάπην, την χριστιανικήν, την αληθινήν, την καθαράν και αγίαν, και όχι την ψευδή, την σατανικών και επιζημίαν. Την αγάπην την αληθινήν ας θησαυρίσωμεν εις εαυτούς και αυτήν ας μεταδώσωμεν και εις τους αδελφούς μας, διότι εάν αυτήν αποκτήσωμεν θα έχωμεν πάντοτε μαζί μας τον Θεόν, καθόσον «ο Θεός αγάπη εστί. και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄ Καθ. Ιω. 4, 16). Ποία άλλη μείζων ταύτης της ευτυχίας!!

Επειδή δε πάν δώρημα τέλειον και πάν αγαθόν άνωθέν έστι, καταβαίνον εκ του Πατρός των Φώτων, η δε αγάπη είναι το τέλειον αγαθόν, ας παρακαλέσωμεν τον Θεόν, τον Ουράνιόν μας Πατέρα, να χαρίση, να δωρήση εις ημάς, εις τους συμπατριώτες μας Ναουσαίους, εις όλους τους Παρίoυς, εις όλους τους Κυκλαδίτας, εις όλους τους Έλληνας, εις όλους τους ανθρώπους, τους κατοίκους της γης, το δώρον της ΑΓΑΠΗΣ, διά να παύσουν αι διαμάχαι, αι φιλονικείαι, οι φθόνοι, αι ζήλιαι, οι καταστρεπτικοί πόλεμοι, να γίνει παντού ειρήνη, και επικρατήση ομόνοια. Διά να βασιλεύση ή αγάπη και να γίνουν όλοι οι άνθρωποι μία ποίμνη με ένα ποιμένα, τον Χριστόν, τον αληθινόν Θεόν, τον Λυτρωτήν και Σωτήρα των ψυχών ημών.

 Ο γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος -1884-1980, “Ο ουρανόδρομος οδοιπόρος” (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ), Ορθόδοξος Κυψέλη, (σ. 443-444)
Αντιγραφή orthopraxia.gr

Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος


Πᾶς ἄνθρωπος οἷος καὶ ἐάν ᾖ ὀφείλει 

νὰ μὴ κλείῃ το στόμα του, 

ὅταν ἀκούη τὴν πίστιν του νὰ ὐβρίζεται, 

ἀλλὰ νὰ διαμαρτύρεται, 

νὰ συμβουλεύη  καὶ ἐν ἀνάγκη νὰ ἐλέγχῃ.


Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος



Τετάρτη 10 Μαρτίου 2021

"Έχω χαρά μεγάλη και θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή, διότι έχω κόρη νύμφη του Ουράνιου Νυμφίου"

 


Όταν ήρθα στην Πάρο και έγινα μοναχός και κατό­πιν Ιερέας και Πνευματικός, πήγαινα με ευλογία του Γέροντά μου Ιερο­θέου και με την άδεια του τότε Μητροπολίτη Παροναξίας κυρού Ιεροθέου στις πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά των νησιών Πάρου και Νάξου και εξομολογούσα τους πιστούς και κήρυττα τον λόγο του Θεού.

Κατά το έτος 1917-1918 πήγα στην Παροικία. Κάποιος πιστός χριστιανός ονομαζόμενος Πέτρος Μοστράτος με κάλεσε στο σπίτι του και αφού εξομολογήθηκε αυ­τός και η σύζυγός του, μου διηγήθηκε το κατωτέρω κατανυ­κτικό όραμα, το οποίο έγραψα για να δημοσιεύσω προς ωφέλεια των πιστών αναγνωστών χριστιανών.

Είχα –μου είπε– δύο τέκνα, ένα γιο και μια κόρη. Ως πατέρας φρόντισα και τα έμαθα γράμματα, και αφού τελείωσαν το Γυμνάσιο αποφάσισα να τα στείλω και τα δύο να σπουδάσουν στην Αθήνα, στο Πανεπιστήμιο.

Η κόρη, αν και μικρότερη κατά δύο χρόνια, υπερτερούσε κατά πολύ από τον αδελφό της στα γράμματα, στην επιμέλεια, στην αγάπη, ευσέβεια, πίστη, σύνεση, φρόνηση και τις άλλες αρετές..... Όταν της πρότεινα να πάει στο Πανεπιστήμιο με τον αδελφό της, μου είπε: «Πατέρα, πάντοτε σε όλα σου έκανα υπακοή, σε αυτό δεν θα σου κάμω. Μου αρκούν τα γράμματα που έμαθα».

«Ε­γώ, κόρη μου», της είπα, «θέλω να σε στείλω να γίνεις επι­στήμονας». «Κι εγώ, πατέρα», μου απάντησε, «θεωρώ ότι μεγαλύτερη επιστήμη σε ένα κορίτσι δεν είναι άλλη από το να φυλάξει την εντολή του Θεού που λέει “Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, ίνα ευ σοι γένηται”, να αγαπήσει τους γονείς της, να τους υπηρετήσει και βοηθήσει στα γεράματά τους, όταν δεν έχουν άλλο παι­δί όπως εσείς, που τόσο κοπιάσατε για μένα και όταν ήμουν στην κοιλιά της μητέρας, και όταν ήμουν νήπιο και κατόπιν μικρό κορίτσι και μέχρι τώρα. Είναι αδύνα­το να σας αφήσω, και μάλιστα τώρα που γεράσατε».

Βλέποντας την επιμονή της, την άφησα· και βλέποντας την αγάπη και αφοσίωση, την περιποίηση και τη φροντίδα που είχε και σ’ εμένα και στη μητέρα της, χαιρόμασταν και νομίζαμε ότι είμαστε ευτυχείς και θα είμαστε για πάντα, και πολλοί μας μακάριζαν που είχαμε τέτοια χαριτωμένη κόρη, και λησμονήσαμε ότι η χαρά και η ευτυχία η διαρκής 
δεν είναι στην παρούσα πρόσκαιρη ζωή, αλλά στη μέλλουσα.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και αρρώστησε βαριά και οι γιατροί αποφάνθηκαν ότι θα πεθάνει. Η χαρά μας μεταβλήθηκε σε ανείπωτη λύπη. Στην απελπισία μου κατέφυγα στη γοργή βοήθεια, στην ελπίδα και προστασία και καταφυγή των Χριστιανών, στη σπλαχνικότατη Μητέρα του Θεού, την Παναγία τη Μεγαλόχαρη Ευαγγελίστρια. 

Πήγα στον ιδιόκτητο Ναό της, τον οποίο είχα κληρονομιά από τους γονείς μου, κοντά στο σπίτι μου, έπεσα στα γόνατα μπροστά στην εικόνα Της και Την παρακαλούσα με θερμά δάκρυα να σώσει την κόρη μου από τον θάνατο, ή να πάρει το αγόρι μου και να μου αφήσει το κορίτσι, που ήταν τόσο καλό. Η Παναγία δεν με άκουσε και πέθανε η κορούλα μου...

Όταν πέθανε, κι εγώ και η σύζυγός μου είμασταν απαρηγόρητοι· τίποτε άλλο δεν κάναμε, μό­νο μέρα και νύχτα θρηνούσαμε τη δυστυχία μας. Eπί δεκαπέντε μέρες έμενα κλεισμένος με τη σύζυγό μου στο σπίτι μας και κλαίγαμε διαρκώς. Αφού συμπληρώθηκαν δεκαπέντε μέρες πήγα στην Εκκλησία κοντά στο σπίτι μου και άναψα την κανδήλα της Παναγίας. Θυμήθηκα τότε ότι Την παρακαλούσα να σώσει την κόρη μου και δεν την έσωσε, έσβυσα την κανδήλα και είπα προς την εικόνα της Παναγίας με θυμό: 

«Επειδή δεν με άκουσες, Παναγία, κι εγώ σου σβύνω την κανδή­λα», και πήγα στο σπίτι μου. Μόλις πλάγιασα στο κρεβάτι μου, ήρθαν δύο αστραπόμορφοι νέοι, με παρέλαβαν, με έβγαλαν από το σπίτι και περπατούσαμε σε μια πεδιάδα. 

Φοβήθηκα και τους είπα: «Πού με πηγαί­νετε;» «Σε πηγαίνουμε», μου είπαν, «να δεις την κόρη σου».  «Η κόρη μου», τους είπα, «είναι δεκαπέντε μέρες που πέθανε, δεν υ­πάρχει». Τότε με ύφος αυστηρό μου είπαν: «Άπιστε, ακό­μη δεν πιστεύεις; Έλα να τη δεις». 

Καί αφού προχωρήσαμε λίγο, φτάσαμε σε έναν κήπο θαυμάσιο που έμοιαζε με τον Παράδεισο. Στο μέσο του Παραδεί­σου ήταν ένα μεγαλοπρεπέστατο ανάκτορο κτισμένο από λαμπερό χρυσάφι. Μου έδειξαν μια μεγάλη πύ­λη χρυσή και μου λένε: «Μπες από αυτή την πύλη στο ανάκτορο, εκεί θα δεις την κόρη σου».

Μπήκα από την πύλη και βλέπω μια αίθουσα βασιλική απέραντη. Στην αίθουσα εκείνη ήταν μυριά­δες παρθένων, που κάθονταν σε θρόνους χρυσούς και δεξιά και αριστερά τους ήταν λαμπάδες. Τα πρόσωπα των παρθένων άστραφταν περισσότερο από τον ήλιο, το δε φως των λαμπάδων και γενικά οι θρόνοι των παρθένων, το κάλ­λος της αίθουσας και του ανακτόρου ήταν απερίγραπτο και ασύλληπτο

Παρατηρώντας τις παρθένες βλέπω την κόρη μου σε θρόνο χρυσό να αστράφτει από το κάλλος, αλλά οι λαμπάδες της ήσαν σβησμένες. Μόλις την είδα, την αναγνώρισα. Τρέχω με χαρά να την αγκαλιάσω, να τη φιλήσω, αλλά μόλις πλησίασα, σηκώθηκε από τον θρόνο και με βλέμμα αυστηρό με κοίταξε και μου λέει: 

«Φύγε απ’ εδώ! Πώς τόλμησες και ήρθες κι εδώ να με ενοχλήσεις;» 
Και μ’ έβγαλε από την αίθουσα και κάθησε πάλι στον θρόνο της.

Εγώ άρχισα να παραπο­νούμαι και να της λέω: 
«Κόρη μου, γιατί δεν με δέχεσαι; Δεν ξέρεις πόσο σε αγαπούσα; Εγώ παρακαλούσα την Παναγία να πεθάνει ο αδελφός σου για να ζήσεις εσύ, να σ’ έχω μαζί μου, και συ με διώχνεις;» 

«Πάψε», μου λέει, «να λες ότι με αγαπάς, γιατί αν με αγαπούσες, 
έπρεπε να χαιρόσουν με την ευτυχία μου, τη δόξα μου, την τι­μή μου και όχι να λυπάσαι. 
Έπρεπε να ευχαριστείς τον Θεό και την Παναγία που με αξίωσαν τέτοιας ευτυχίας και δόξας και όχι να γογγύζεις».

Τότε της λέω: «Κό­ρη μου, γιατί των άλλων παρθένων οι λαμπάδες είναι αναμμένες, ενώ οι δικές σου είναι σβυσμένες;» 

Μου απά­ντησε: «Εσύ και η μητέρα μου μου τις σβύσατε με τα δά­κρυά σας, και αν δεν πάψετε να κλαίτε, να μη λέτε ότι είμαι κόρη σας».

Αυτή τη στιγμή ξύπνησα και στοχαζόμενος εκείνα τα μεγαλεία που είδα και τη δόξα των παρθένων και της κόρης μου και το ανείπωτο κάλλος, έμεινα αρκετή ώρα εκστατικός. 

Αφού συνήλθα, διηγήθηκα στη σύζυγό μου τα όσα είδα και παρηγορήθηκε αρκετά.
Στο μεταξύ έγινε μέρα και τρέχω στην Εκκλησία, πέφτω στα γόνατα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και με δάκρυα με­τάνοιας και χαράς ζητούσα συγχώρηση:

«Παναγία μου, παρηγορήτριά μου και προστασία και εμού και όλων των Χριστιανών, συγχώρησέ με για τα άσκοπα και ά­πρεπα λόγια που σου είπα. H πολλή θλίψη μού προξένησε παραφροσύνη.  Σ’ ευχαριστώ μυριάδες φορές, σ’ ευχαρι­στώ και θα σ’ ευχαριστώ μέχρι το τέλος της ζωής μου και θα σου ανάβω το καντήλι μέρα και νύχτα».

Επέστρεψα στο σπίτι μου, φόρεσα τα γιορτινά μου και βγήκα στην αγορά περπατώντας χαρούμενος στον κεντρικό δρόμο. Mόλις με είδαν οι άνθρωποι, έτρεχαν να με συλλυπηθούν. 

Εγώ τους έλεγα:  «Δεν δέχομαι συλλυπητήρια. Δέχομαι συγχα­ρητήρια».
Μερικούς από τους φίλους και γνωστούς τούς άκουσα να ψιθυ­ρίζουν και να λένε: 
«Τι κρίμα! Ο μπάρμπα-Πέτρος τα έχασε από την πολλή λύπη». 

Εγώ τους πλησίασα και τους είπα: «Όχι, δεν τα έχασα· πριν να δω την κόρη μου τα είχα χάσει, αλλά τώρα που την είδα, είδα ότι ζει και βρίσκεται σε μεγάλη δόξα, τιμή και ευτυχία· είναι στον χορό των παρθένων, στον ουράνιο Νυμφώνα, έγινε νύμφη του Ουράνιου Βασιλιά. Έχω χαρά μεγάλη και θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή, διότι έχω κόρη νύμφη του Ουράνιου Νυμφίου».


 Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος (+ 1980)


Πέμπτη 4 Μαρτίου 2021

"Ας φροντίσωμε πρώτα να θεραπευθεί η ψυχή μας..." Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος (+1980)

 «Ας φροντίσωμε πρώτα να θεραπευθεί η ψυχή μας και τίποτε να μη μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μας. Ο Χριστός δεν θα αφήσει την Εκκλησία Του, αλλά κι εμείς ό,τι μπορούμε να κάνουμε και μακάριοι όσοι θα μείνουν μέχρι θανάτου πιστοί, στην ορθόδοξη Πίστη και ομολογία» 

Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος 

(+1980) 




Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2021

Γέροντας Φιλόθεος: ''Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἀνθρώπους ἔχουν μάτια καί δέν βλέπουν, ἔχουν αὐτιά καί δέν ἀκοῦν. Ἔχουμε δύσκολους καιρούς καί πονηρές ἡμέρες...''

 



Γιά τήν ἀποστασία καί μετάνοια

Οἱ ἄνθρωποι τρέχουν μέ προθυμία στόν δρόμο τῆς καταστροφῆς. Σέ καμιά ἐποχή δέν ὑπῆρξε τόση κακία, ὅση στίς ἡμέρες μας. Ἄς παρακαλοῦμε τόν πανάγαθο Θεό νά δώσῃ μετάνοια καί ἐπιστροφή καί σέ ἐμᾶς καί σ΄ ὅλα τά ἔθνη.

Ὁ φοβερός κατακλυσμός τῆς ἁμαρτίας ἀπειλεῖ νά καταποντίση ὅλους, λαϊκούς καί κληρικούς, πλούσιους καί πτωχούς, μεγάλους καί μικρούς, ἄνδρες καί γυναῖκες, γέροντες, νέους καί νήπια, ἐπειδή ὅλοι σχεδόν ἔχουμε ξεκλίνει. Ὅσοι δέ ἔχουν ἐκκλίνει ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, προσπαθοῦν οἱ ἀσεβεῖς, μέ πολλούς τρόπους, νά ἀποπλανήσουν, γιά νά τούς καταστήσουν συνοδοιπόρους στόν δρόμο τῆς ἀπωλείας.

Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἀνθρώπους ἔχουν μάτια καί δέν βλέπουν, ἔχουν αὐτιά καί δέν ἀκοῦν. Ἔχουμε δύσκολους καιρούς καί πονηρές ἡμέρες. Ὅποιος μπορέση νά σώσῃ τόν ἑαυτό του, θά ὀνομασθῆ μεγάλος· ἐάν σώσῃ καί ἄλλους, θά ὀνομασθῆ μέγιστος...

Ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἔφτασε. Τήν συγκρατοῦν οἱ προσευχές καί μεσιτεῖες τῆς Παναγίας Μητέρας Του, τῶν Ἁγίων στούς Οὐρανούς καί ὀλίγων ἐκλεκτῶν, πού βρίσκονται στήν γῆ. Ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἕτοιμοι καί μετανοημένοι, γιά νά σώσουμε τουλάχιστο τίς ψυχές μας.

Φοβοῦμαι ὅτι πολύ σύντομα θά ἀκολουθήση συμφορά στό ἀνθρώπινο γένος, ἐπειδή οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἄρχοντες καί τόν λαό, τούς κληρικούς καί λαϊκούς, βαδίζουν τόν εὐρύχωρο δρόμο, πού ὁδηγεῖ στήν καταστροφή... Ἐμεῖς μέ ὑπομονή ἄς βαδίζουμε τόν στενό δρόμο τῆς ἀρετῆς, προσβλέποντες στόν Ἀρχηγό τῆς πίστεώς μας καί θεωρώντας τά τοῦ κόσμου σκουπίδια, γιά νά κερδίσουμε τόν Χριστό...

Πραγματι σέ χάος μεγάλο βρίσκεται ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Βαδίζει κατά κρημνῶν. Βαδίζει στό σκοτάδι καί χωρίς πυξίδα. Ποῦ τελικά θά καταντήση; Ἐκεῖ πού κατάντησαν ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί καί παραβάτες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀνά τούς αἰῶνες... Ἡ γενεά μας εἶναι πονηρή καί πρός τούς πονηρούς ὁ Κύριος ἀποστέλλει ἀνάλογες τιμωρίες γιά μετάνοιά τους.

Δύο πράγματα θά ἀναχαιτίσουν τήν ὁρμή τοῦ κόσμου πρός τήν κακία καί τήν ἀπώλεια, ἡ μετάνοια καί ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ μετάνοια ἀληθινή δέν ὑπάρχει, μένει ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ καί τό ἔλεος Του.

Ὁ καιρός τῆς πρόσκαιρης ζωῆς εἶναι βραχύτατος, οἱ ἡμέρες εἶναι πονηρές, ὁ θάνατος εἶναι ἄδηλος (ἀβέβαιος), καί ἡ ζωή μετά τόν θάνατο εἶναι αἰώνια. Ἐπίσης καί ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί ἡ κόλαση εἶναι αἰώνια καί χωρίς τέλος. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παραγγέλει: Μή γίνεσθε ἄσοφοι ἀλλά σοφοί· μή γίνεσθε ἄφρονες ἀλλά συνιέντες τί τό θέλημα τοῦ Κυρίου.

Λοιπόν ἄσοφος καί ἄφρων εἶναι ἐκεῖνος πού δέν τά σκέπτεται αὐτά καί δέν αἰσθάνεται τίς ἰδικές του ἁμαρτίες γιά νά τίς ἐξαλείψη μέ τήν μετάνοια, τήν ἐξομολόγηση καί τά δάκρυα, ἀλλά ἀμελεῖ, ἀναισθητεῖ καί περιεργάζεται τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων, κρίνοντας, κατακρίνοντας καί καταδικάζοντας τούς ἄλλους, ὡσάν νά εἶναι αὐτός ὁ κριτής καί δικαστής τῶν ὅλων, καί κωφεύει στήν ἐντολή καί ἀπειλή τοῦ Κυρίου· μή κρίνετε, γιά νά μή κριθῆτε μή καταδικάζετε, γιά νά μή καταδικασθῆτε.

Σοφός καί συνετός καί φρόνιμος εἶναι ἐκεῖνος πού βάζει ὅλες τίς ἁμαρτίες του μπροστά του, καί δέν ἀσχολεῖται μέ τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων, ἀλλά κλαίει στοχαζόμενος πώς ἐλύπησε τόν Θεό μέ τίς πολλές ἁμαρτίες του...

Ἀσθένειες τῆς ψυχῆς εἶναι οἱ διάφορες ἁμαρτίες μικρές καί μεγάλες, τίς ὁποῖες δέν εἶναι δυνατόν νά μή ἔχει ἄνθρωπος, ἐπειδή ἀναμάρτητος εἶναι μόνον ὁ Θεός... Οἱ πνευματικοί ἰατροί, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅλες τίς ψυχικές ἀσθένειες τίς θεραπεύουν, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τίς φανερώση στόν πνευματικό ἰατρό μέ τήν ἐξομολόγηση.

Χωρίς τό Μυστήριο τῆς Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως σπάνιοι ἤ ἐλάχιστοι θά σωζόνταν. Ὅλος δέ ὁ βίος μας εἶναι καιρός εὐπρόσδεκτος γιά μετάνοια καί σωτηρία. Εὐτυχής καί μακάριος ὅποιος πεθάνει μέ μετάνοια.

Ὅπως ὁ Χριστός ἐδέχονταν τελῶνες, πόρνες, ἀσώτους, ληστές, ἁμαρτωλούς, ὅταν μέ εἰλικρίνεια μετανοοῦσαν, καί ἔκανε καί κάνει χαρά στούς οὐρανούς γιά ἕνα ἁμαρτωλό μετανοοῦντα, ἔτσι καί ἡ Έκκλησία δέχεται κάθε ἁμαρτωλό, πού μετανοεῖ.

Οὐδέποτε νά ἀπελπισθῆς. Νά μετανοῆς, ἄν ἁμαρτήσης καί νά ζητῆς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ λέγοντας τήν σύντομη προσευχή· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με...

Ἐάν, μέ προσοχή καί διάκριση, ἐξετάσωμε τούς ἑαυτούς μας, τότε θά βροῦμε ὅτι εἴμαστε ἐλλιπεῖς σέ ὅλα καί ἁμαρτωλοί, καί φίλαυτοι, καί κενόδοξοι, καί ἀνθρωπάρεσκοι καί ὑπερήφανοι... Μετάνοια εἰλικρινῆ δέν ἔχομε καί τά πταίσματα τῶν ἀδελφῶν μας δέν συγχωροῦμε. Ἐάν εἴχαμε θερμή πίστη, ἀγάπη καθαρά καί ταπείνωση πραγματική, ποτέ δέν θά ἁμαρτάναμε.

Σήμερον, δυστυχῶς, ὅλοι σχεδόν τρέχουν στήν ἁμαρτία, σάν τά ἀχαλίνωτα ἄλογα, καί λαϊκοί καί κληρικοί, καί πλούσιοι καί πτωχοί, καί μεγάλοι καί μικροί, καί ἄνδρες καί γυναῖκες.

Τρέχουν μέ μεγάλη προθυμία στήν ἁμαρτία, στόν δρόμο τῆς ἀπωλείας, τῆς ἀπιστίας, τῆς ἀσεβείας, τῆς ἀσωτίας, τῆς ἀκολασίας, τῆς καταφρονήσεως, τῆς παρακοῆς πρός τόν Θεό καί ὑπακοῆς στόν Διάβολο. Σήμερον ἡ ἀληθινή μετάνοια τῶν ἀνθρώπων σπανίζει.

Πρίν ἔλθη ἡ φοβερή ἡμέρα τοῦ θανάτου ἄς φροντίσουμε νά καθαρίσουμε τήν ψυχή μας μέ τήν μετάνοια καί ἐξομολόγηση, καί νά πλουτίσουμε τόν ἑαυτό μας μέ ἔργα ἀγαθά, νά κοσμίσουμε τίς ψυχές μας μέ ἀρετές. Γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς μετάνοιας εἶναι ἡ βαθειά συναίσθηση, ἡ συντριβή καί ἡ θλίψη τῆς καρδιᾶς, διότι ἐλύπησε μέ τήν ἁμαρτία τόν φιλάνθρωπο Θεό.

Εἶναι ἡ κατάνυξη, οἱ ἀναστεναγμοί, οἱ προσευχές, οἱ νηστεῖες, οἱ ἀγρυπνίες, τά δάκρυα. Αὐτή ἡ μετάνοια εἶναι γνήσια, ὠφέλιμος, παρέχει ἄφεση ἁμαρτιῶν καί καθιστᾶ τόν ἁμαρτωλό ἀπό ἐχθρό φίλο τοῦ Θεοῦ. Τέτοια μετάνοια πρέπει νά ἔχουμε ὅσες φορές ἁμαρτήσουμε.

Ἐάν δέν μετανοήσουν τώρα οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά ἐξακολουθοῦν τίς ἁμαρτίες καί τίς κακίες, θά μετανοήσουν ὅταν ἔλθη ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, ἀλλά θά εἶναι ἀργά. Ὁ Θεός δέν θά τούς ἀκούη, ὅπως δέν τόν ἄκουσαν ἐκεῖνοι ὅταν τούς παράγγειλε νά φυλάξουν τόν νόμο Του καί τίς ἐντολές Του...

Ὅλα τά ἄψυχα στοιχεῖα θά ἐξεγερθοῦν ἐναντίον τῶν βλασφήμων, τῶν ἀσεβῶν, τῶν ἀπίστων, τῶν αἰσχρῶν, τῶν μιαρῶν, τῶν παγκακίστων ἀνθρώπων, πού ἔχουν μορφή ἀνθρώπων, ἀλλά ψυχή ἀγρίων θηρίων καί ἀκαθάρτων γουρουνιῶν, κυλιομένων στόν βοῦρκο τῆς ἀκαθαρσίας...

Τότε καί μόνον ὁ κλῆρος θά ἐξυψωθῆ, θά λάμψη ἡ εὐσέβεια καί ἡ Ὀρθόδοξη πίστη θά ἐξαπλωθῆ στά πέρατα τῆς Οἰκουμένης, ὅταν ἄξιοι ποιμένες θά ποιμαίνουν τά λογικά τους ποίμνια μέ ὁσιότητα καί δικαιοσύνη.

Ἄς μή μᾶς διαφεύγει, ὅτι ἡ παρατηρούμενη σήμερα καταφρόνηση τοῦ Κλήρου ἀπό μέρους τοῦ λαοῦ καί ἡ ἐπικρατοῦσα καί αὐξανόμενη ἀσέβεια προέρχεται ἐξ αἰτίας ἐκείνων τῶν κληρικῶν πού νεωτερίζουν καί κάμνουν μεταρρυθμίσεις στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ...


Πηγή: «Πατρικές Συμβουλές Γέροντος ΦιλοθέουΖερβάκου»

Ἀπό τό ἡμερολόγιο τοῦ ἐκδοτικοῦ οἴκου «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»