Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

H καλοσύνη, η μετάνοια και η αγάπη θα σώσουν την ανθρωπότητα. Γέροντας Γαβριήλ Αγιορείτης

Για πολλά χρόνια, στο κελί τού Αγίου Χριστοδούλου κοντά στην πρωτεύουσα τού Άθω, Καρυές, ασκείται ο πασίγνωστος Γέροντας Γαβριήλ (από τις Καρυές) στον οποίο κι έρχονται για να πάρουν συμβουλή προσκυνητές από όλο τον κόσμο. Ο αρχισυντάκτης τού περιοδικού Pokrov, ηγούμενος Κυπριανός (Γιάσενκο), μίλησε με τον Γέροντα.

– Πάτερ Γαβριήλ, τι θα ευχόσαστε για τούς ορθόδοξους;

– Να φροντίζετε τις οικογένειά σας, τα παιδιά και τούς απογόνους σας. Σάς εύχομαι να μην φιλονικείτε με τις συζύγους σας, να υπάρχει πάντα ειρήνη στο σπίτι. Όταν οι γυναίκες νιώθουν νευρικές, πρέπει να θυμούνται τον Τσόρτσιλ. Μία γυναίκα τού είπε κάποτε: «Αν ήσασταν ποτέ σύζυγός μου, θα σάς δηλητηρίαζα». Και αυτός τής απάντησε: «Αν ήσασταν η γυναίκα μου, θα έπινα αυτό το δηλητήριο για χάρη σας».

Σάς εύχομαι να βρεθείτε στα Ουράνια. Έτσι ώστε να έχετε την ευκαιρία να είστε μαζί με τον Αβραάμ, με τον Ιώβ. Αλλά για να λάβετε την ευλογία τού Θεού, πρέπει να εξομολογείστε σε τακτικά χρονικά διαστήματα, να πηγαίνετε συνεχώς στην εκκλησία, να προσεύχεστε και να νηστεύετε, να διαβάζετε τουλάχιστον ένα μικρό απόσπασμα από τις Γραφές κάθε μέρα και να κάνετε φιλανθρωπικό έργο για ανθρώπους που το χρειάζονται. Όταν μάς βάλουν στο φέρετρο, δεν θα έχουμε πλέον την ευκαιρία να κάνουμε τίποτα καλό ή να προσευχηθούμε. Δεν υπάρχουν τσέπες στο σάβανο – και μετά τη ζωή, το άτομο χάνει τα πάντα, εκτός από το τι θα έχει ήδη δώσει. Ο πλούτος και η φτώχεια δεν είναι στα σπίτια μας, αλλά στις καρδιές μας. Αυτό που ανήκει μόνο σε εσένα δεν είναι δικό σου. Μπορεί κάποιος να έχει αναπηρία στα χέρια, τα χέρια του όμως είναι πολύ πιο πολύτιμα από τα χέρια των άπληστων. Αν θέλετε να γίνετε πλούσιοι, δώστε στους άλλους. Εάν θέλετε να πεθάνετε από την πείνα, κλείστε τα μάτια και τα αυτιά σας στον ανθρώπινο πόνο. Χαρά στα μάτια που κλαίνε για τον πόνο άλλου, γιατί αυτά τα μάτια θα δουν τον παράδεισο. Χαρά στα χείλη που λένε λόγια παρηγοριάς, γιατί αυτά τα χείλη θα ψάλλουν με τούς αγγέλους. Χαρά στο σπίτι που ανοίγει την πόρτα στον περαστικό, γιατί αυτή η πόρτα ανοίγει στη Μητέρα τού Θεού και στον Ιησού Χριστό

Συνομιλία του Ηγούμενου Κυπριανού με τον Αθωνίτη Γέροντα ΓαβριήλΣυνομιλία του Ηγούμενου Κυπριανού με τον Αθωνίτη Γέροντα Γαβριήλ

Ένας άγιος είπε ότι στις πιο δύσκολες στιγμές, η ανθρωπότητα θα σωθεί με καλοσύνη, μετάνοια και αγάπη. Η καλοσύνη ανοίγει τις πύλες στον Ουρανό, η μετάνοια οδηγεί στον Ουρανό και η Αγάπη αποκαλύπτει τον ίδιο τον Θεό. Η καλοσύνη μας θα μάς σώσει. Αυτουνού που υπερηφανεύεται, που δεν έχει αγάπη, που καταδικάζει τον αμαρτωλό, που δεν συγχωρήσει τον εχθρό του, αυτουνού ο Θεός δεν δέχεται τη μετάνοια και δεν ακούει τις προσευχές. Οι άγιοι μας συμβουλεύουν: θυσιάστε για να θυσιάσουν για σάς, συγχωρήστε για να συγχωρεθείτε, μην κρίνετε, για να μην κριθείτε. Σβήνουμε τις αμαρτίες με εξομολόγηση, προσευχή, όταν συγχωρούμε τούς εχθρούς μας, όταν αντιστεκόμαστε στους πειρασμούς, κάνουμε καλές πράξεις, όταν κρίνουμε τον εαυτό μας. Εάν δικαιολογούμε τον εαυτό μας, τότε ο Θεός θα μάς κρίνει γι'αυτό.

Για να διασκεδάσουμε λίγο, θα σάς πω ένα ανέκδοτο. Ένας Ρώσος αξιωματικός, κομμουνιστής και άθεος, έκανε μια παρουσίαση στην οποία ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει Θεός. Απευθυνόμενος στο κοινό, ρώτησε:

"Βλέπετε αυτό το μολύβι;"
– Το βλέπουμε.
"Άρα, υπάρχει."
– Βλέπετε το βιβλίο;
– Το βλέπουμε.
" Άρα, υπάρχει."
– Βλέπετε τον Θεό;
– Όχι.
"Άρα, δεν υπάρχει Θεός".

Ακούγοντας αυτά κάποιος από το ακροατήριο ζήτησε το λόγο.

– "Βλέπετε τον αξιωματικό;" , ρώτησε αυτούς που κάθονταν στην αίθουσα. "Βλέπετε τις μπότες;"
– Τις βλέπουμε.
– Την τραγιάσκα του;
– Την βλέπουμε.
– Και τα μυαλά του;
– Όχι.
"Άρα, δεν έχει εγκέφαλο".

Εύχομαι να βρεθούμε όλοι μας στον Παράδεισο.

– Πατέρα, μπορούν οι σημερινοί γονείς να αναθρέψουν τα παιδιά τους στην αγιότητα;

– Μπορούν. Με το παράδειγμά τους, με την αληθινή χριστιανική συμπεριφορά, με το να προσεύχονται συνεχώς, να νηστεύουν, να κάνουν θυσίες. Τότε τα παιδιά παίρνουν ένα παράδειγμα από τούς γονείς τους και γίνονται τα ίδια πραγματικοί Χριστιανοί. Τα παιδιά δεν χρειάζονται συμβουλές, αλλά παραδείγματα. Τα αυτιά των παιδιών δεν ακούνε συμβουλές, αλλά τα μάτια τους είναι ανοιχτά στα παραδείγματα. Αυτός που συμβουλεύει μόνο, χτίζει με το ένα χέρι, και αυτός που δίνει καλές συμβουλές και παραδείγματα χτίζει με τα δύο χέρια. Κι αυτός που από την μια μεριά δίνει καλές συμβουλές, κι από την άλλη κακό παράδειγμα, είναι σαν να χτίζει με το ένα χέρι μεν, και να καταστρέφει δε με το άλλο αυτό που έχτισε.

Ένας γονέας απευθύνθηκε σε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, από απλούς καθηγητές έως καθηγητές Πανεπιστημίων. «Σας εμπιστευόμαστε ό,τι πιο πολύτιμο», είπε, «, τα παιδιά μας και το σημαντικότερο είναι ότι αυτό που μεταφέρουμε στα παιδιά είναι το παράδειγμά μας και όχι η γνώση μας.»

Γέροντας Γαβριήλ




Όταν τα παιδιά μας βλέπουν σε μάς κακή συμπεριφορά – διαμάχες με τον/την σύζυγό μας, για παράδειγμα, θα πάψουν να μάς σέβονται και θα απομακρυνθούν από εμάς όταν γίνουν ενήλικες.

– Πατέρα Γαβριήλ, σε τι, κατά την άποψή σας, συνίσταται η διαφορά μεταξύ της μοναστικής ζωής και τής κοσμικής ζωής ενός χριστιανού;

"Τίποτα δεν θα βοηθήσει τους μοναχούς, αν το μοναστήρι έχει έναν υπολογιστή και μια τηλεόραση, ο Σατανάς θα σας καταρρίψει με αυτά τα μέσα". Υπάρχει μια τέτοια παραβολή: ήρθε ο Σατανάς σε ένα μοναστήρι, χτύπησε την πόρτα και τού απάντησε μια παιδική φωνή. "Λοιπόν, αφού είσαι εσύ εδώ," είπε ο Σατανάς, "τότε εγώ δεν χρειάζομαι.

– Πώς να κερδίσουμε την μάχη απέναντι στον εαυτό μας και τις αμαρτίες μας;

– Υπάρχουν τρείς δυνατότητες. H πρώτη είναι να πάει κανείς στον τάφο τού Λένιν και να τού ζητήσει να θεραπεύσει τις αδυναμίες του. Η δεύτερη είναι να βρει κανείς ένα σουπερμάρκετ που να πωλείται ένα κιλό υπομονής, ένα κιλό αγάπης, ένα κιλό ταπεινότητας, ένα κιλό συγχώρεσης. Και η τρίτη επιλογή είναι να ενωθεί κανείς με τον Θεό – την πηγή τής Αγάπης. Και πώς να ενωθούμε μαζί Του; Μόνο μέσω τής προσευχής, μέσω της αγάπης, τής καλοσύνης, τής θυσίας. Μόνο τότε θα μάς δώσει ο Θεός την ευλογία Του.

"Υπάρχουν πολλοί μοναχοί στον Άθω που προσεύχονται για τούς ανθρώπους όλου του κόσμου." Ποια είναι η σημασία τού Άθω για την ανθρωπότητα;

– Στη Ρωσία έζησε ο Γέροντας Παρθένιος, στον οποίο εμφανίστηκε κάποτε η Μητέρα τού Θεού. Την ρώτησε: "Ποιος είναι ο ρόλος ενός Μεγαλόσχημου μοναχού;". Τού εξήγησε ότι πρέπει να προσεύχεται και να κάνει αιτήματα για όλη την ανθρωπότητα. Ποτέ δεν θα σώσουμε τον εαυτό μας μόνοι μας. Θα σωθούμε από τούς άλλους για την στάση μας απέναντί τους. Ένας γέρος κλείστηκε στο κελί του και δεν επέτρεπε σε κανέναν να μπει μέσα. Μια μέρα ονειρεύτηκε ότι τάχατες μια αρκούδα τον παγίδευσε, αλλά τα πνευματικά του παιδιά κυνήγησαν αυτή την αρκούδα μακριά και τον έσωσαν.

Εάν χρειάζεται να συγκεντρώσετε 1000 πόντους στα πλαίσια τής καθοδήγησης "Πώς να βρεθείτε στον Παράδεισο", τότε ο Γέροντας έχει ήδη συγκεντρώσει 500 για την υπομονή του με τόσους πολλούς μοναχούς, οι λοιποί 500 μπορούν να συλλεχθούν με προσευχές και θυσίες.

Ακούστε μια παραβολή: ένας παππούς πέθανε και έφτασε στις πύλες τού Παραδείσου. Ο Άγιος Πέτρος τού λέει: "Για να βρεθείς εδώ, θα πρέπει να συγκεντρώσεις 1000 πόντους."

"Ήμουν καλός ιερέας."
– Για αυτό, δύο πόντοι. Τι άλλο καλό έκανες;
– Διάβασα την κατήχηση στους ενορίτες.
– Άλλος ένας πόντος.
– Κήρυξα τον Λόγο τού Θεού.
– Άλλος ένας πόντος. Τι άλλο;

Ο γέρος ήταν απογοητευμένος, αναστατωμένος: "Πού μπορώ να μαζέψω 1000 πόντους, αν συγκεντρώνω μόνο ένα ή δύο πόντους για όλα αυτά;" Και λέει: "Κύριε Ιησού Χριστέ, διέγραψε με, δεν θα τα καταφέρω να εισέλθω στον Ουρανό. Πού μπορώ να μαζέψω 1000 πόντους;». Και τότε ο Άγιος Πέτρος τού απαντά:« Εδώ, για αυτή την προσευχή, κέρδισες 996 πόντους, πάρε κι ακόμη και 4, και πέρασε μέσα!».

Και ακόμη μια παραβολή:

Ένας ασκητής πέθανε, και φτάνει στις πύλες τού Παραδείσου και χτυπά. Τον ρωτούν: "Ποιος είναι;". Απαντάει: "Ένας ασκητής". Οι πύλες τού Παραδείσου παρέμειναν κλειστές. Ο ασκητής απογοητεύτηκε, επέστρεψε στη σπηλιά του, βάλθηκε να απαριθμεί τα κατορθώματά του εκεί και κατάλαβε γιατί οι πύλες τού Παραδείσου παρέμειναν κλειστές. Πήγε να χτυπήσει και πάλι τις πύλες, οπότε τον ρώτησαν ξανά: "Ποιος είναι;". Δεν είπε "Είμαι εγώ" παρά απάντησε: «Εσύ είσαι, Κύριε, που οδηγείς τα βήματά μου». Και τότε άνοιξαν οι πύλες τού Παραδείσου.








ΓΙΑΤΙ ΦΙΛΑΜΕ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ;


Ο ιερέας σας μπορεί να είναι μόλις 25 χρονών. Μα η ιερωσύνη του είναι από καταβολής κόσμου.

Όταν λοιπόν του ασπάζεσθε το χέρι, προσκυνάτε την ιερωσύνη του, που φθάνει διαδοχικά από τον Χριστό και τους Αποστόλους μέχρι τον ιερέα σας.

Όταν φιλάτε το χέρι του παπά σας, φιλάτε ολόκληρη την αλυσίδα των Οσίων και αγίων ιερέων και Ιεραρχών, από τους Αποστόλους μέχρι σήμερα.

Ασπάζασθε και προσκυνάτε τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, τον άγιο Νικόλαο, τον άγιο Βασίλειο, τον άγιο Σάββα και «όλους τους επιγείους αγγέλους και ουρανίους ανθρώπους», που όταν ήταν στη γη εκοσμούσαν την Εκκλησία και τώρα στολίζουν τον ουρανό!

Το φίλημα που κάνουμε στο χέρι του παπά δεν είναι φίλημα φυσικό. Είναι φίλημα άγιον, όπως γράφει στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος.

Να το ασπάζεσθε λοιπόν το χέρι του ιερέα που σας ευλογεί. Είναι ευλογημένο από τον Θεό. Με τη χάρη της ιερωσύνης. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Να το φιλάτε το χέρι του ιερέα σας. Όσο νέος και αν είναι. Και να τον ακούτε.

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

ΠΗΓΗ: arxon

Καντήλι (Για τη σωστή καύση του φυτιλιού μας πρέπει να χρησιμοποιούμε ελαιόλαδο)

 

Για τη σωστή καύση του φυτιλιού μας πρέπει να χρησιμοποιούμε ελαιόλαδο.
Στο βάθος της καντηλόκουπας τοποθετούμε χονδρό αλάτι ή μικρό βότσαλο που βρίσκουμε στις παραλίες, αφού το πλύνουμε. Μετά βάζουμε το λάδι μας.
Αυτό το κάνουμε γιατί κατεβαίνοντας το φυτίλι δεν φτάνει να έρθει σε επαφή με το γυαλί και να προκληθεί θραύση του λόγω της θερμοτητας αλλά και γιατί το αλάτι δεν λιώνει με το λάδι όπως και το βότσαλο βοηθά να κάτσει μαλακά χωρίς να γυρίσει το λουμινάκι με το φυτίλι.
Πολλοί χρησιμοποιούν νερό αντί για αλάτι ή βοτσαλάκια όμως όταν τελειώνει το λάδι επειδή το φυτίλι τραβά και νερό μαζί θα ακούσουμε το καντήλι μας να τσιτσιρίζει και πολλές φορές θα δούμε να πετάγονται κει σπίθες από αυτό.
Το λουμινάκι μας τώρα θα πρέπει να είναι από καλής ποιότητας φελό για να ελαχιστοποιήσουμε τις πιθανότητες να γυρίσει όταν είναι αναμένο το καντήλι και να προκληθεί πυρκαγιά.
Το φυτίλι που θα χρησιμοποιήσουμε θα πρέπει να το τοποθετήσουμε στο αντίστοιχο λουμίνι ώστε να τραβά τη ποσότητα που χρειάζεται για την καύση και όχι λιγότερο (αν είναι σφικτό).
Το τοποθετούμε έτσι ουτος ώστε να είναι περίπου τα 2/3 του φυτιλιού βουτηγμένα στο λάδι και το υπόλοιπο 1/3 για τη φλόγα. Αν εξέχει περισσότερο από την πάνω μεριά τότε το καντήλι μας θα καπνίζει και θα καίγεται γρήγορα το φυτίλι μας.
Όταν σβήνει το καντήλι ακόμη και αυτό που έχουμε στο σπίτι μας ,το καμένο φυτίλι του δεν πρέπει να το πετάμε στον νεροχύτη η στα σκουπίδια αλλά σε μιά γλάστρα η στο χώμα.
Το ίδιο ισχύει και για το νερό του καντηλιού κάτω από το λάδι όταν θέλουμε να το αλλάξουμε δεν το ρίχνουμε στο νεροχύτη.
Επειδή οί περισσότεροι άνθρωποι σήμερα ζούμε σε πολυκατοικίες, (καί ευτυχείς όσοι ζούνε σέ μονοκατοικίες), υπάρχουν κάποια μέτρα ευλάβειας πού θεωρώ ότι πρέπει νά λέγονται. Ούτε κι΄ εγώ τά γνώριζα πρίν αλλά τώρα πού τά έμαθα νομίζω ότι είναι σωστά.
1) Νά ανάβουμε τό καντήλι μας μέ γνήσιο λάδι, καλύτερο από αυτό πού τρώμε, καί ο Θεός θά μάς τό ανταποδώσει από αλλού βλέποντας την οικονομική θυσία μας. Όχι σπορέλαια, βαμβακέλαια, πυρηνέλαια, καί έλαια τηγανισμένα καί γιά πέταμα ! Έλαιον δίνουμε, έλεος παίρνουμε…
Λαμπιόνια αντί γιά καντήλια είναι κάτι πού δέν πιάνει, καί πάει χαμένο…
2) Τό καντήλι μας να φέρει οπωσδήποτε μεταλικό κάλυμμα με τρύπες, γιατί χωρίς κάλυμμα υπάρχει κίνδυνος να σκάσει το φυτίλι καί να πετάξει κάφτρα δίπλα, με κίνδυνο πυρκαγιάς. Ποτέ καντήλι ξεσκέπαστο καί ποτέ καντήλι πάνω από στρώματα καί πάνω από μάλλινα ρούχα, χαλιά, κλπ
3) Νά λιβανίζουμε πρωϊ καί βράδυ όλα τα δωμάτια αρχίζοντας από τό εικονοστάσι πού πρέπει νά έχουμε στόν τοίχο τού σπιτιού μας καί πάντα Ανατολικά, έστω κι΄ άν έχουμε τήν στεφανοθήκη μας μόνο καί μιά εικόνα καρφωμένη στόν τοίχο. Όταν λιβανίζουμε νά ψέλνουμε έστω καί ένα τροπάριο καί νά μή πιάνουμε συζήτηση μέ τούς άλλους γύρω μας με το λιβανιστήρι στό χέρι. Είναι στιγμές αφιερωμένες στόν Θεό καί άς είμαστε προσεκτικοί…
Δέν γνωρίζω βέβαια εάν τά νέα Χριστιανά ζευγάρια έχουνε εικονίσματα καί στεφανοθήκες στά σπίτια τους, αλλά είναι από τίς διαβασμένες ευλογίες τής στιγμής τών γάμων τους καί οφείλουν νά τίς έχουν…
Είτε σάν ενθύμιο, είτε σάν ευλογία !
4) Εάν έχουμε μονοκατοικία καλό είναι σε μιά γωνιά τού κήπου μας νά έχουμε ένα φραγμένο, μικρό, απάτητο χώρο, ή ένα χωνευτήρι γιά να πετάμε, ή νά καίμε (καλύτερα) τά φυτιλάκια, καρβουνάκια, σκισμένες ή παλιές εικόνες, έντυπα χριστιανικά πού δεν χρειαζόμαστε κλπ.
5) Εάν είμαστε σε πολυκατοικία τότε νά έχουμε έξω στό μπαλκόνι μας σε μιά γωνιά, ένα καθαρό κουβά στόν οποίο μέσα σε σακούλα να βρίσκετε πλανιδούρι ξύλου πού έχει απορροφητικότητα, καί μέσα εκεί να πετάμε
τά καντιλάκια, καρβουνάκια, κλπ.
Όταν γεμίσει καί “κάτσει” κάπως, τότε προσθέτουμε κι΄ άλλη στρώση πλανιδούρι. Μιά φορά τον μήνα ή όταν γεμίσει, παίρνουμε την σακούλα αυτή καί την πετάμε σε απάτητο τόπο, κυρίως όμως σε ποτάμι ή θάλασσα… Ποτέ στά σκουπίδια μέ τίς ακαθαρσίες πού εκεί υπάρχουν…
6) Σχετικά μέ τά άναμμα τών καντηλιών η Αγία Ματρώνα τής Μόσχας έλεγε τα παρακάτω:
“Συμβούλευε νά κάνουμε σωστά τόν σταυρό μας καί νά σταυρώνουμε τά πάντα γύρω μας, ακόμη καί τό φαγητό μας
Τήν ρώτησε κάποτε ή Ζηναϊδα Ζδάνοβα,
”Γιατί επέτρεψε ό Θεός νά κλείσουν καί νά γκρεμίσουν τόσες Εκκλησίες στήν Ρωσία;”
καί απάντησε μέ τά παρακάτω λόγια,
"Αυτό ήταν τό θέλημα τού Θεού. Ο λαός είναι σάν υπνωτισμένος καί μιά φοβερή δαιμονική δύναμη έχει μπεί σέ δράση. Βρίσκεται στόν αέρα, καί διεισδύει παντού.
Παλιά, ή δαιμονική αυτή δύναμη κατοικούσε στά έλη καί στά πυκνά δάση, επειδή οί άνθρωποι πήγαιναν τακτικά στήν εκκλησία, φορούσαν καί τιμούσαν τόν σταυρό.
Τά σπίτια τους ήταν προστατευμένα από τίς εικόνες, τά κανδήλια πού έκαιγαν, τόν αγιασμό πού έκαναν…
Τά δαιμόνια πετούσαν μακριά καί φοβόντουσαν νά πλησιάσουν…
Σήμερα όμως, τά σπίτια αυτά αλλά καί οί ίδιοι οί άνθρωποι έχουνε γίνει κατοικητήριο δαιμόνων γιά τήν απιστία τους καί τήν απομάκρυνσή τους από τόν Χριστό…"


Πέμπτη 20 Μαΐου 2021

«Ο παθὼν ἐν σαρκὶ πέπαυται ἁμαρτίας» (Α’ Πέτρ. δ’ 1),

 

Η αρρώστια είναι βασανιστικό πράγμα. Φέρει ταραχή στον άνθρωπο, του σωρεύει σκέψεις που η μία είναι σκοτεινότερη της άλλης.  Η καρδιά και τα χείλη του είναι έτοιμα να γογγύσουν, να βλασφημήσουν. Αλλά ο πιστός χριστιανός αλλοιώς αντιμετωπίζει την αρρώστια του. Την υποφέρει με γενναίο φρόνημα. Όχι μόνο δεν λυπάται αλλά και προσπαθεί να χαίρη για το γεγονός αυτό. Προσπαθεί να χαίρη, γιατί βλέπει σ’ αυτό μία ευκαιρία προς εξαγνισμό της ψυχής από τις αμαρτίες της. 
«Ὅν ἀγαπἀ Κύριος παιδεύει» (Εβρ. ιβ’ 6). 

Οφείλει να χαίρη, γιατί, τώρα, δεν ικανοποιεί τα πάθη που θα ικανοποιούσε αν ήταν υγιής σωματικά. Βλέπει την αρρώστια του σαν ένα Σταυρό, σαν την οδό τη «στενή και τεθλιμμένη», που οδηγεί στον Θεό. Αν ο Κύριος άφησε να μας βρή μία αρρώστια, ασφαλώς το έκαμε για το καλό της ψυχής μας. 

Οι αρρώστιες, στα χέρια της Θείας Προνοίας, είναι σαν φάρμακα για την ψυχή. Φάρμακα που τη θεραπεύουν από τα πάθη της, τις κακές της συνήθειες και ροπές. Ούτε μία αρρώστια, απ’ όσες επιτρέπει η Θεία Πρόνοια, δεν πρέπει να μείνη χωρίς όφελος. 

Μ’ αυτές τις σκέψεις, ο πιστός υπομένει την αρρώστια με ένα γλυκό αίσθημα, με ειρήνη βαθειά.  «Ο παθὼν ἐν σαρκὶ πέπαυται ἁμαρτίας» (Α’ Πέτρ. δ’ 1), λέγει η Γραφή.

Αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης


Οι γεροντάδες μας ήταν πολύ αυστηροί - Γέρων Φανούριος, ο Ρουμάνος ασκητής από την Καψάλα

 

Οι γεροντάδες μας ήταν πολύ αυστηροί. Πηγαίναμε την Κυριακή στην Θ. Λειτουργία στο Πρωτάτο. Μετά το «Αξιόν εστί» μας έπαιρναν –για να μη τελειώση η Θ. Λειτουργία και μας πιάση κουβέντα κανείς άλλος, να μη δούμε κανέναν – και το απόγευμα της Κυριακής μας έπαιρνε ή ο π. Ιωάσαφ ή ο π. Αγαθάγγελος και κάναμε καμμιά βόλτα.

Πηγαίναμε στα εξωκέλλια, πότε προς τα δω, πότε προς τα κάτω, πότε προς τα πέρα. Αυτή ήταν όλη η έξοδός μας από το κελλί, μόνοι μας πουθενά.

Ως επί το πλείστον πηγαίναμε στην Καψάλα και βλέπαμε ασκητάς. Αυτό μας άρεζε πολύ, γιατί αναπαυόμασταν εκεί πέρα. Βλέπαμε πως ζούσανε απλά, πολύ απλά.

Πάμε μια μέρα και βλέπουμε έναν γέροντα να διαβάζη ένα βιβλίο. Ήταν ο π. Φανούριος από την Ρουμανία. Έμενε στο κελλί του αγίου Βασιλείου, εκεί που είχε ζήσει και αγίασε ο άγιος Θεόφιλος ο Μυροβλήτης.

Βλέπω μέσα στο κελλί που έμενε ότι είχε ένα κρεβάτι με τάβλες ξύλινες και μια πέτρα για προσκέφαλο. Εγώ πρώτη φορά έβλεπα προσκέφαλο πέτρας. «Σ’ αυτή την εποχή;», λέω.

Κι’ όμως! Το έκανε για άσκηση. Πόσα χρόνια έχει; Ίσως από το 1964. Το 1961 – 62 ήρθαμε εμείς εδώ πέρα. Μας έκανε μεγάλη εντύπωση, να βλέπης έναν να κοιμάται στην πέτρα επάνω. Ούτε κουβέρτα από κάτω ούτε τίποτα, εξεπλάγημεν. 

Μάλιστα, όταν πήγαμε εκεί πέρα, αυτός εξακολουθούσε να διαβάζη, σαν να μην ήταν άνθρωποι τριγύρω του. Τόσο αφοσιωμένος ήταν στην προσευχή. Προς ανατολάς κοιτούσε και προσευχότανε.

Αυτά μας άρεζαν, γι’ αυτό και μας πήγαιναν οι γεροντάδες μας προς τα εκεί. Ρώσσους, Ρουμάνους, αλλά και Έλληνες είχε πολλούς».

Γέρων Φανούριος, ο Ρουμάνος ασκητής από την Καψάλα

simeiakairwn

Καλύτερα να μας λείψει το οξυγόνο παρά ο πνευματικός.


Όταν πας στον πνευματικό σου, είναι σαν να πηγαίνεις στον Θεό, εφόσον είναι το όργανο δια του οποίου ο Θεός ενεργεί. 
Καλύτερα να μας λείψει το οξυγόνο παρά ο πνευματικός.

Η εξομολόγηση είναι το "σαπούνισμα" και η Θεία Κοινωνία είναι το "ξέβγαλμα". 

Είναι λοιπόν απαραίτητα αυτά τα δύο Μυστήρια, για να καθαρίσει η ψυχή του ανθρώπου. Η εξομολόγηση προετοιμάζει και η Θεία Κοινωνία τακτοποιεί.

Ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος 

Η Αγία Λυδία η Φιλιππησία- η πρώτη Ευρωπαία Χριστιανή, εορτάζει στις 20 Μαΐου



Ο Απόστολος Παύλος βρισκόταν στην Τρωάδα όταν είδε σε όραμα ένα Μακεδόνα να τον καλεί να πάει στη Μακεδονία να τους διδάξει την πίστη. Ο Παύλος το θεώρησε σημείο από τον Θεό και αμέσως ξεκίνησε το ταξίδι παίρνοντας μαζί του τους εκλεκτούς συνεργάτες του Τιμόθεο, Σίλα και Λουκά.

Αποβιβάζονται στη Νεάπολη, την σημερινή Καβάλα, και αναχωρούν για την πόλη των Φιλίππων. Έξω από την πόλη και κοντά στις όχθες του ποταμού Ζυγάκτου είναι ο τόπος προσευχής των Ιουδαίων.

Στις συγκεντρωμένες εκεί γυναίκες κήρυξε ο Παύλος, για πρώτη φορά στην Ευρώπη. Οι γυναίκες τον άκουσαν με προσοχή και με ευλάβεια, ιδιαιτέρως όμως, η Λυδία. Η Λυδία μέχρι εκείνη την στιγμή έψαχνε συνεχώς τον αληθινό Θεό και γι’ αυτό από ειδωλολάτρισσα που ήταν έγινε Ιουδαία και άρχισε την αναζήτηση του Μεσσία.

Όταν άκουσε, λοιπόν, τον Απόστολο Παύλο να τους μιλάει για τον Λυτρωτή του κόσμου, τον Χριστό, η θεοσεβής Λυδία, με ανοικτή τη φωτισμένη καρδιά της αποδέχεται τη σωτήρια διδασκαλία. Αμέσως κατεβαίνει στα τρεχούμενα νερά του νέου Ιορδάνη και βαπτίζεται μαζί με όλα τα μέλη της οικογενείας της και, έτσι, η Λυδία γίνεται το πρώτο μέλος της πρώτης Εκκλησίας της Ελλάδος.

το βαπτιστήριο της Αγίας Λυδίας στους Φιλίππους της Καβάλας


ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΤΕ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ:  https://youtu.be/ShRBjjtSG6I


Δευτέρα 17 Μαΐου 2021

ΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ ΤΟ ΘΥΜΙΑΜΑ


Ο Μωυσής υπακούοντας στον Θεό κατασκεύασε και τοποθέτησε στη Σκηνή του Μαρτυρίου Θυσιαστήριο του Θυμιάματος (Έξοδ. 30,110). 

Ο τρόπος παρασκευής του Θυμιάματος διδάχθηκε από τον ίδιο τον Κύριο (Έξοδ.30,3436). 

Η προσφορά Θυμιάματος στην Παλαιά Διαθήκη αποτελούσε εντολή του Θεού. 

Έπρεπε να προσφερθεί Θυμίαμα στην αρχή της ημέρας το πρωί και το βράδυ με το άναμμα των Λύχνων (Έξοδ.30,7-8). 

Αυτή η καλή συνήθεια μεταφέρθηκε και στη χριστιανική λατρεία. Ιδιαίτερα προσφέρεται Θυμίαμα στον Εσπερινό με το ιλαρό φως της δύσεως του Ηλίου και στο ψάλσιμο του δεύτερου στίχου του 140/ρμ’ Ψαλμού, όπου ψάλλετε το «κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιων σου». 

Παρακαλούμε τον Κύριο να ανεβεί η προσευχή μας προς τον θρόνο Του, όπως ανεβαίνει το ευωδιαστό Θυμίαμα προς τον ουρανό. 

Το λατρευτικό αυτό μέσο δημιουργεί κατανυκτικό κλίμα προσευχής και ελκύει την αγιαστική χάρη του Θεού. 

Η ευλογία του Θυμιάματος κατά την τελετή της Προσκομιδής δείχνει καθαρά τη μεγάλη ωφέλεια, που προξενείτε στους εκκλησιαζόμενους από την προσφορά του Θυμιάματος. 

Λέει χαρακτηριστικά εκεί ο εύλογων λειτουργός: 

«Θυμίαμα σοι προσφέρομεν, Χριστέ ο Θεός ημών, εις όσμήν ευωδιάς πνευματικής ο προσδεξάμενος εις το ύπερουράνιόν σου θυσιαστήριον, άντικατάπεμψον ήμιν την χάριν του παναγίου σου Πνεύματος».

(Δηλαδή: Θυμίαμα σ’ Εσένα προσφέρουμε, Χριστέ Ύψιστε Θεέ, ως οσμή ευωδιάς πνευματικής αυτό, αφού δέχθηκες στο υπερουράνιο Σου Θυσιαστήριο, στείλε πίσω σε μας τη χάρη του παναγίου Σου Πνεύματος). 

Έκπληξη προκαλεί το ότι τα ίδια λόγια περίπου χρησιμοποιεί ο λειτουργός και για την προσφορά των Τιμίων Δώρων στη Θεια Λειτουργία:» 

Όπως ο φιλάνθρωπος Θεός ημών, ο προσδεξάμενος αυτά εις το άγιον και ύπερουράνιον και νοερόν αυτού θυσιαστήριον εις όσμήν ευωδιάς πνευματικής, άντικαταπέμψη ήμιν την θείαν χάριν και την δωρεάν του Άγιου Πνεύματος, δεηθώμεν». (Δηλαδή: Με σκοπό ο φιλάνθρωπος Θεός μας, που δέχθηκε αυτά στο άγιο και υπερουράνιο και πνευματικό Του Θυσιαστήριο ως οσμή ευωδιάς πνευματικής, να στείλει πίσω σε μας τη θεία χάρη και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, ας παρακαλέσουμε). 

Στην Αποκάλυψη ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει για χρυσό Θυμιατήρι: 

«λιβανωτόν χρυσούν». 

Απ’ αυτό ανέβηκε ο καπνός των Θυμιαμάτων μαζί με τις προσευχές των άγιων ενώπιων του Θεού (Αποκ.8/η’,35). 

Σε άλλο σημείο της Αποκαλύψεως (5/ε’,8) ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ταυτίζει το Θυμίαμα με τις προσευχές των άγιων. 

Εκεί γράφει για τους εικοσιτέσσερις πρεσβυτέρους οι όποιοι προσκύνησαν το Αρνίον «έχοντες έκαστος κιθάραν και φιάλας χρυσας γεμούσας θυμιαμάτων, αι είσιν αι προσευχαί των άγίων». (Δηλαδή: έχοντας ο καθένας κιθάρα και φιάλες χρυσές γεμάτες θυμιάματα, που είναι οι προσευχές των αγίων).

Οι τρεις περιφερειακές αλυσίδες του Θυμιατηρίου, που κρατούν τη βάση, συμβολίζουν την Αγία Τριάδα. 

Η κεντρική αλυσίδα, που ανεβοκατεβάζει το κάλυμμα, συμβολίζει τον Υίο του Θεού που κατέβηκε στη γη και αναλήφθηκε στους ουρανούς, για να σώσει τον άνθρωπο. 

Οι δώδεκα Κωδωνίσκοι με τον ευχάριστο ήχο τους συμβολίζουν τους δώδεκα Αποστόλους, οι οποίοι κήρυξαν και διαλάλησαν παντού τη Θεότητα του Χριστού και τη λύτρωση που πρόσφερε με τη θυσία Του στον Σταυρό. 

Η βάση του Θυμιατηρίου, δηλαδή το κάτω ημισφαίριο, συμβολίζει τη Θεοτόκο, η οποία δέχθηκε τον Κύριο της δόξης, ο οποίος εδώ συμβολίζεται με τα αναμμένα κάρβουνα.

Σύμφωνα με άλλη ερμηνεία η βάση συμβολίζει τη γη, ενώ το κάλυμμα τον ουρανό. 

Ο ευώδης καπνός, όπως φαίνεται καθαρά στην Αποκάλυψη, συμβολίζει τις προσευχές των αγιασμένων πιστών και την εξαγιαστική χάρη του Άγιου Πνεύματος.

Όταν ο λειτουργός θυμιάζει τους πιστούς, αυτοί πρέπει να προσκυνούν ευλαβικά προσδοκώντας την ευλογία και τη χάρη του Θεού. 

Όταν ο λειτουργός θυμιάζει τις εικόνες των αγίων, επιζητεί τις μεσιτικές προσευχές τους προς τον Κύριο για βοήθεια των μελών της στρατευομένης Εκκλησίας.

Στο σπίτι καλό είναι να προσφέρεται θυμίαμα τακτικά και να συνοδεύεται πάντοτε με κάποια προσευχή.

πηγή: eikonia

Στις θλίψεις η πίστη φαίνεται αν είναι αληθινή ή ψεύτικη...Πολλοί, όταν όλα έρχονται καλά, όπως τα θέλουν, είναι πιστοί...!

 Η πίστη δοκιμάζεται, σαν σε λυδία λίθο, επάνω στις θλίψεις.

Στις θλίψεις η πίστη φαίνεται αν είναι αληθινή ή ψεύτικη.

Πολλοί, όταν όλα έρχονται καλά, όπως τα θέλουν, είναι πιστοί, πηγαίνουν στην Εκκλησία, ανάβουν κεριά, παρακολουθούν κηρύγματα, προσεύχονται, μελετούν θρησκευτικά βιβλία, συζητούν ωφέλιμα, παίρνουν ενεργό μέρος σε Χριστιανικές Κινήσεις, ενθουσιάζονται για κάθε ευγενικό, υψηλό και ωραίο. 

Είναι εύθυμοι, είναι γελαστοί, ψάλλουν, τραγουδούν, χαίρονται. 

Νομίζει κανείς ότι δεν υπάρχουν άλλοι πιο αφοσιωμένοι στον Θεό.

Η σύζυγος δεν βρίσκει λόγους να ευχαριστεί τον Κύριο, διότι ο σύζυγος έρχεται με χέρια γεμάτα. 

Ο σύζυγος το ίδιο χαίρεται διότι η σύζυγός του είναι καλά στην υγεία, τα παιδιά είναι γερά, η δουλειά πηγαίνει εμπρός.

Μα αν η θάλασσα είναι δυνατόν να μείνει χωρίς κύματα, 

άλλο τόσο είναι δυνατόν να μείνει ο άνθρωπος, 

η οικογένεια, χωρίς θλίψη και δοκιμασία.

Ή η μητέρα θ’ αρρωστήσει, ή το παιδί θα πάθει κάτι, ή κάποια ζημιά θα τους επισκεφθεί, ή ο σύζυγος θα μείνει χωρίς εργασία, ή κάποιος θάνατος θα τους επισκεφθεί, ουδέποτε παραμένουν οι άνθρωποι πάντα χαρούμενοι και γελαστοί.

Αλλά, αν συμβεί κάτι από αυτά, τι γίνεται τότε;

Απλούστατα, 

αν δεν υπάρχει ισχυρή πίστη, 

τα χάνουν αμέσως.

Με την πρώτη δοκιμασία αμέσως σαστίζουν, μελαγχολούν, νευριάζουν. 

Αφήνω ότι χάνουν την οικογενειακή τους γαλήνη και αρχίζει μεταξύ τους η γκρίνια. 

Ο σύζυγος ρίχνει την ευθύνη στη σύζυγο, η σύζυγος βρίσκει την αιτία στον σύζυγο. 

Γίνονται ευερέθιστοι, με το παραμικρό ανάβουν. 

Και το χειρότερο είναι ότι αρχίζουν να γογγύζουν και κατά του Θεού και της Πρόνοιάς Του.

Δεν έχουν όρεξη πλέον για Εκκλησία, για προσευχή, για μελέτη, για θρησκευτική συζήτηση. Θεωρούν εαυτούς αδικημένους.

Πόσες φορές δεν ακούμε αυτού του είδους τους «πιστούς» να λένε: 

«Στην Εκκλησία μου είμαι τακτικός, πάντα Τον προσκυνώ, κακό δεν κάνω, ελεημοσύνη δίνω, και όμως! Όλο βάσανα!»

Έχουν κάνει συμβόλαιο βλέπετε με τον Θεό, αυτοί να πιστεύουν και ο Θεός να είναι υποχρεωμένος να τους παραχωρεί ό,τι αρέσει σε αυτούς.

Όσο οι υποθέσεις τους πηγαίνουν καλά, με τόση πίστη μιλούν για τον Θεό. Νομίζετε ότι δεν υπάρχουν πιο πιστοί από αυτούς. 

Όταν όμως παρουσιασθεί καμία θλίψη, καμία δοκιμασία, 

τότε ρωτούν με απορία δήθεν: 

«Γιατί ο Θεός να είναι τόσο σκληρός; Μέρα-νύχτα παρακαλώ, μα δεν γίνεται καλά ο ασθενής μου. Ζητώ, μα δεν μου δίνει, δεν με ακούει πλέον».

Πιστεύουν, αλλά πιστεύουν πολύ ρηχά. 

Και χρειαζόταν η θλίψη, για να δοκιμαστεί η πίστη τους. 

Ναι, έρχεται η θλίψη ως άλλη «λυδία λίθος», 

για να φανεί πόσων καρατιών πίστη έχουμε, 

και πολλών από μας αποδεικνύεται ότι δεν ήταν η πίστη αρκετή, γνήσια, θερμή, που θέλει ο Χριστός.

Δημήτριος Παναγόπουλος

«Ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Μτ. ι΄ 22).

Ή Υπομονή Είναι Η Πρώτη Ηθική Δύναμη Των Αρετών Πού Κατευνάζει τα Θλιβερά Συναισθήματα, τα Οποία Αναπτύσσονται στην Καρδιά του Ανθρώπου και Καταπραΰνει τους Πόνους που Προκαλούν τα Βάσανα.

Ή υπομονή είναι αρετή, αφού υπάρχει ως καρπός της ελπίδας προς τον Θεό. Η θλίψη οδηγεί στην υπομονή, η υπομονή στον δοκιμασμένο χαρακτήρα, ο δε δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. 

Η υπομονή είναι η πρώτη των αρετών, διότι μ’ αυτή επιβραβεύεται η σωτηρία. «Ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Μτ. ι΄ 22). Στην υπομονή βρίσκεται η σωτηρία των ψυχών. 

Ο Χρυσόστομος λέει τα εξής για την υπομονή: «Η υπομονή είναι η ρίζα όλων των αγαθών, μητέρα της ευσέβειας, κλάδος της ευφροσύνης, καρπός αμάραντος, πύργος ακαταμάχητος, λιμάνι που δεν ταράζεται από τις τρικυμίες». Και αμέσως: «Τίποτα δεν είναι ισάξιο της υπομονής, αλλά αυτή υπάρχει βασίλισσα των αρετών, θεμέλιο των κατορθωμάτων, λιμάνι ακύμαντο, ειρήνη μέσα στον πόλεμο, γαλήνη στον κλυδωνισμό, ασφάλεια στις εχθρικές επιβουλές. Αυτόν που την κατέκτησε, τον έκανε στερεότερο και από το διαμάντι. Αυτή ούτε όπλα επιθετικά, ούτε παραταγμένα στρατόπεδα, ούτε μηχανές που κινούνται εναντίον της, ούτε τόξα, ούτε δόρατα, ούτε αυτό το στρατόπεδο των δαιμόνων, ούτε οι φοβερές φάλαγγες των εχθρικών δυνάμεων, ούτε αυτός ο Διάβολος με όλη του την παραταγμένη στρατιά και δολιότητα, μπορούν να παραβλάψουν». Και αμέσως: «Βασίλισσα των αγαθών είναι η υπομονή και κορωνίδα των στεφάνων».

Ο δε Κύριλλος της Αλεξανδρείας προσθέτει: «Η υπομονή είναι πρόξενος και προάγγελος κάθε αγαθού σε μας· ο δρόμος για την προκοπή· τροφός της ελπίδας στον αιώνα τον μέλλοντα».

Η υπομονή διδάσκει να υπομένουμε με γενναιότητα τα παθήματα· αποβαίνει γύμνασμα φιλοσοφίας και διδάσκαλος της αρετής.

 ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΑΝΤΑΠΟΛΕΩΣ 


Γιατί καταφεύγουμε στη Παναγία; Φώτης Κόντογλου

Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων.

Η θρησκεία του Χριστού είναι πονεμένη θρησκεία, ο ίδιος ο Χριστός καρφώθηκε απάνω στο ξύλο κ’ η μητέρα του η Παναγία πέρασε κάθε λύπη σε τούτον τον κόσμο.

Γι’ αυτό καταφεύγουμε σε Κεiνη που την είπανε οι πατεράδες μας:

«Καταφυγή», «Σκέπη του κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγορούσα», «Οξεία αντίληψη», «Ελεούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» και χίλια άλλα ονόματα, που δεν βγήκανε έτσι απλά από τα στόματα, αλλά από τις καρδιές που πιστεύανε και που πονούσανε.

Μονάχα στην Ελλάδα προσκυνιέται η Παναγία με τον πρεπούμενο τρόπο ήγουν με δάκρυα με πόνο και με ταπεινή αγάπη.

Γιατί η Ελλάδα είναι τόπος πονεμένος, χαροκαμένος, βασανισμένος από κάθε λογής βάσανο.

Κι από τούτη την αιτία το έθνος μας στα σκληρά τα χρόνια βρίσκει παρηγοριά και στήριγμα στα αγιασμένα μυστήρια της ορθόδοξης θρησκείας μας, και παραπάνω από όλα στο Σταυρωμένο το Χριστό και στη χαροκαμένη μητέρα του, που πέρασε την καρδιά της σπαθί δίκοπο.

Σε άλλες χώρες τραγουδάνε την Παναγία με τραγούδια κοσμικά, σαν νάναι καμιά φιλενάδα τους, μα εμείς την υμνολογούμε με κατάνυξη βαθειά, θαρρετά μα με συστολή, με αγάπη μα και με σέβας, σαν μητέρα μας μα και σαν μητέρα του Θεού μας.

Ανοίγουμε την καρδιά μας να τη δει τι έχει μέσα και να μας συμπονέσει.

Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, «το χαροποιόν πένθος», «η χαρμολύπη» μας, «ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους», «ο χρυσοπλοκώτατος πύργος και η δωδεκάτειχος πόλις».

Φώτης Κόντογλου

Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Ανοικτή επιστολή προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φλωρίνης Πρεσπών & Εορδαίας κ.κ. Θεόκλητο, από πνευματικό του τέκνο

Ονομάζομαι Μαρία Λ. και καταφεύγω να σας απευθύνω ανοιχτή επιστολή αν και αρχικά σκέφτηκα να υποβάλω το ερώτημά μου στην Κυριακάτικη λειτουργία, όμως ο εφημέριος της ενορίας μου διεμήνυσε ότι αυτό είναι ανεπίτρεπτο και μάλιστα για γυναίκα την ώρα της λατρείας.

Είμαι 57 χρονών και έμεινα έγκυος πριν 20 χρόνια. Στον προγεννητικό έλεγχο όταν ο γιατρός μου ανακοίνωσε ότι θα γεννούσα παιδί με αναπηρία και νοητική υστέρηση έχασα τη γη κάτω απ τα πόδια μου. Τόσο ο γυναικολόγος όσο και ο σύζυγός μου ήταν κατηγορηματικοί και προχωρήσαμε σε διακοπή κύησης. Μέσα μου με έτρωγε και με βάραινε αυτή η απόφαση και ενώ δεν είχα ιδιαίτερη σχέση με εκκλησία, μια φίλη με συμβούλεψε να μιλήσω με μια κυρία της εκκλησίας που έκανε κύκλο γραφής στο χωριό μας. Αυτή με τη σειρά της με ενθάρρυνε να εξομολογηθώ σε έναν ιερέα και μου πρότεινε εσάς. Ακόμα θυμάμαι σαν τώρα εκείνη την πρώτη μου εξομολόγηση. Μου είπατε πως η εκκλησία δεν δέχεται την άμβλωση στα άτομα με αναπηρία σε καμία περίπτωση. Μου είπατε πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα άτομα με αναπηρία όπως τους φυσιολογικούς ανθρώπους και με προθυμία να σηκώνουμε το σταυρό που θα μας δώσει ο Θεός. Με ενθαρρύνατε να τολμήσω νέα εγκυμοσύνη και ότι δώσει ο Θεός (δόξα τω Θεώ έχω μια υγιέστατη κόρη). Μου είπατε όμως ότι ο νόμος του Θεού είναι πάνω από την επιστήμη και ότι δεν έχουμε δικαίωμα να παίρνουμε τέτοιες αποφάσεις έστω και αν το επιτρέπει ο νόμος του κράτους και μου δώσατε επιτίμιο να μην κοινωνήσω 2 χρόνια.

Με έκπληξή μου παρακολουθώ τη στάση πολλών κληρικών στο θέμα των εμβολίων.  Ακούω κηρύγματα για  υπακοή στην επιστήμη που είναι αλάνθαστη. Ακούω  για κοινωνική συνείδηση, για υπακοή στο νόμο του κράτους, για αγάπη και οικονομία.

 Μαθαίνω ότι η χρήση κυτταρικών σειρών από εκτρωμένα έμβρυα, στην ανάπτυξη ή αξιολόγηση των εμβολίων δεν δημιουργεί ηθικό ζήτημα. Σε εκκλησιαστικούς κύκλους ακούω να γίνεται λόγος για νόμιμη έκτρωση. Θα μπορούσε δηλαδή κάποιος να χρησιμοποιήσει και το δικό μου που εκτρώθηκε νόμιμα; Πόσα χρόνια μετά την έκτρωση επιτρέπεται η αξιοποίηση του εμβρύου;  Δεν ελέγχονται όσοι θα χρησιμοποιούσαν το δικό μου έμβρυο; Βέβαια οι εμβολιαζόμενοι επωφελούνται και  χρησιμοποιούν ένα υγιές, το δικό μου δυστυχώς ή ευτυχώς δεν ήταν.

Με όση ευκολία με επιτιμήσατε γιατί δεν σήκωσα τον σταυρό που μου έδωσε ο Θεός, με την ίδια φτάσατε από το «Ημίν ουκ έξεστιν αποκτείναι ουδένα» στο «συμφέρει ἕνα ἄνθρωπον ἀπολέσθαι ὑπὲρ τοῦ λαοῦ» και της υγείας σας βεβαίως.

Μαθαίνω ότι η κυρία που έκανε τον κύκλο στο χωριό μας εμβολιάστηκε και παροτρύνει και άλλες. Ακούω ότι εμβολιαστήκατε και σεις αλλά δεν το πιστεύω γιατί δεν είδα φωτογραφίες σας. Είναι αλήθεια ; Μπορεί αυτός που επιβάλει επιτίμιο να επωφελείται από την έκτρωση που επιτιμά;

Τι έγινε ξαφνικά ο νόμος του Θεού;

Ο γιατρός που μου σύστησε την έκτρωση δεν ήταν η επιστήμη;

Η διακοπή κύησης για ιατρικούς λόγους δεν ήταν νόμος του κράτους;

Το επιτίμιό μου ήταν λάθος; Και αν δεν ήταν λάθος ποιο είναι το δικό σας επιτίμιο και ποιος θα το επιβάλει;

Περιμένω την απάντησή σας και έως τότε δεν ασπάζομαι την δεξιά σας (λόγω πανδημίας βεβαίως ).

Μ.Λ.

ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΡΕΜΒΟΛΗΣ:
Το ανωτέρω κείμενο το παραθέτουμε ακριβώς όπως μας εστάλη με ηλεκτρονική αλληλογραφία. Δεν επιδιώξαμε να μάθουμε λεπτομέρειες ούτε να έρθουμε σε επαφή με τον αποστολέα, εφόσον πέρα από τη προσωπική διάσταση το θέμα αφορά το σύνολο των μελών της εκκλησίας, καθώς, πολλοί πιστοί είναι σκανδαλισμένοι από τις δημόσιες τοποθετήσεις εκκλησιαστικών ανδρών που φαίνεται να παρακάμπτουν το ζήτημα της χρησιμοποίησης κυττάρων από έμβρυα που θανατώθηκαν με έκτρωση. Εξάλλου αν το ζήτημα δεν είναι και πνευματικό άλλα μόνο επιστημονικό τότε δεν χρειάζονται οι τοποθετήσεις δημοσίων ανδρών (πολιτικοί, εκκλησιαστικοί ηγέτες και άλλοι) παρά μόνο των επιστημών

Παρασκευή 14 Μαΐου 2021

20 πρακτικές συμβουλές για ταπείνωση, Πρωτ. Στεφάνου Κ. Αναγνωστοπούλου

 

2. Σε αδίκησαν; Ξέχασέ το.

3. Σε περιφρόνησαν; Να χαίρεσαι.

4. Σε κατηγορούν; Μην αντιλέγεις.

5. Σε κοροϊδεύουν; Μην απαντάς.

6. Σε βρίζουν; Σιωπή και προσευχή.

7. Σου αφαιρούν το λόγο; Σε διακόπτουν; Μη λυπάσαι.

8. Σε κακολογούν; Μην αντιμάχεσαι.

9. Σου μεταδίδουν ευθύνες τα παιδιά σου; Οι συγγενείς σου, οι δικοί σου οι άνθρωποι; Μη διαμαρτύρεσαι.

10. Θυμώνουν μαζί σου; Να παραμένεις ήρεμος.

11. Σου κλέβουν φανερά; Κάνε τον τυφλό.

12. Σε ειρωνεύονται; Να μακροθυμείς.

13. Δεν ακούνε τις συμβουλές σου; Ιδίως δεν ακούνε τις συμβουλές σου τα παιδιά σου; Πέσε στα γόνατα και κάνε προσευχή.

14. Εκνευρισμός στο αντρόγυνο; Εσύ φταις. Κι εσύ φταις. Όχι ο άλλος.

15. Έφταιξες; Ζήτησε συγγνώμη.

16. Δεν έφταιξες; Πάλι ζήτησε συγγνώμη.

17. Έχεις υγεία; Δόξαζε τον Θεόν.

18. Έχεις αρρώστια; Έχεις καρκίνο, ταλαιπωρείσαι, υποφέρεις, βασανίζεσαι, πονάς; Δόξαζε τον Θεόν.

19. Γκρίνια, ανεργία, φτώχεια μέσα στο σπίτι; Νήστευσε. Αγρύπνησε. Κάνε προσευχή.

20. Για όλους και για όλα προσευχή. Πολλή προσευχή. Πολλή προσευχή. Νηστεία και προσευχή διότι «τούτο το γένος των παθών και των δαιμόνων ουκ εκπορεύεται παρά μόνο με νηστεία και προσευχή».

 

«Είθε αδελφοί μου, να ακολουθήσουμε όλοι μας, και πρώτος εγώ, τις ταπεινές αυτές συμβουλές, και να είστε βέβαιοι ότι θα σωθούμε.»

Πρωτ. Στέεφανος Κ. Αναγνωστόπουλος

Πέμπτη 13 Μαΐου 2021

«Ε, και τι ανησυχείς; Θα βοηθήσει ο Θεός»

 «Βρέθηκα κάποτε σε δύσκολη θέση εξ αιτίας των πολλών μου υποχρεώσεων, και πήγα να δω τον Γέροντα για να με στηρίξη.

Μέσα στα χιόνια με πολύ άσχημο καιρό έφθασα και χτύπησα την πόρτα.

Μου άνοιξε ο Γέροντας και με έβαλε μέσα γρήγορα .

 «Σε περίμενα » , μου είπε .

Εγώ φυσικά δεν τον είχα ενημερώσει.

Με έβαλε να καθήσω κοντά στην σόμπα και άρχισε με υπομονή να μου φτιάχνη τσάι .

Εβαλε νερό στο μπρίκι και έκανε το σταυρό του λέγοντας, « δόξα σοι ο Θεός! »

Έβαλε το τσάι στο μπρίκι , ξανάκανε το σταυρό του και ξαναείπε, « δόξα σοι ο Θεός! »

Έβαλε τέλος το μπρίκι στη φωτιά και ξανά πάλι το σταυρό του και ξανά, « δόξα σοι ο Θεός! »

Μέχρι τότε δεν μου είχε πει λέξη εκτός από το « σε περίμενα » .

Εγώ τον παρακολουθούσα και άρχισα να νευριάζω με την απάθειά του , γιατί εμένα με καίγανε τα δικά μου.

Όταν έβρασε το τσάι , μου έδωσε το κύπελλο , με κοίταξε με εκείνο το αθώο και συμπονετικό βλέμμα του και με ρώτησε ήρεμα τι είχα και γιατί φαινόμουν ανήσυχος.

Εγώ νευριασμένος άρχισα να του ξεφουρνίζω τα προβλήματά μου με έμφαση , τονίζοντας ότι ο κόσμος έξω έχει πολλές σκοτούρες.

Εκείνος μισοχαμογέλασε , ήπιε μια γουλιά από το δικό του τσάι και μου είπε απαθέστατα:

« Ε, και τι ανησυχείς; Θα βοηθήσει ο Θεός » .

Εγώ νευρίασα ακόμη περισσότερο και με το θάρρος που του είχα, γιατί τον αγαπούσα πολύ, του είπα:

« Ε, καλά τώρα, Γέροντα, ο Θεός βοηθάει μια, βοηθάει δυο. Υποχρεωμένος είναι να βοηθάει συνέχεια; » .

Τότε με κοίταξε σοβαρά και μου είπε κάτι που με κεραυνοβόλησε κυριολεκτικά:

« Ναι » , μου είπε, « υποχρεωμένος είναι » .

Ήταν τόσο μεγάλη η σιγουριά του και τόσο φανερό ότι αυτό το ήξερε από πρώτο χέρι που ξαφνικά μου ήλθαν τα πάνω κάτω.

Μου έφυγαν τα νεύρα, ηρέμησα, ένιωσα μια απέραντη γαλήνη και είχα μόνο μία απορία που του την είπα : « Καλά, και γιατί είναι υποχρεωμένος ο Θεός να μας βοηθά; »

Την απάντηση που μου έδωσε , μόνο ένας άνθρωπος που νιώθει πραγματικά σαν παιδί του Θεού και έχει παρρησία στον πατέρα του μπορούσε να μου δώση.

Μου είπε : « Όπως εσύ που έκανες παιδιά ,νιώθεις τώρα την υποχρέωση να τα βοηθήσης και ξεκινάς από την Θεσσαλονίκη και έρχεσαι εδώ με τέτοιον καιρό γιατί ανησυχείς, έτσι και ο Θεός που μας έφτιαξε και μας έχει παιδιά Του ενδιαφέρεται και Αυτός για μας, και νιώθει την ανάγκη να μας βοηθήση. 

Ναι, υποχρεωμένος είναι! »

Η αμεσότητα αυτής της απάντησης ήταν τέτοια που ξαφνικά μου έφυγε ένα βάρος και έπαψα από τότε οριστικά να ανησυχώ για το μέλλον » .


Από το βιβλίο "Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου" Ιερομονάχου ΙΣΑΑΚ

Τετάρτη 12 Μαΐου 2021

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ (Hans Christian Andersen, Ἀπόδοση ἀπό τά σουηδικά του π. Εὐσεβίου Βίττη μέ μικρή διασκευή)

Μιά μάνα καθόταν κοντά στό μικρό της παιδάκι. Ἦταν πολύ θλιμμένη. Φοβόταν πῶς θά πέθαινε. Τό παιδάκι ἦταν κάτωχρο. Τά ματάκια τοῦ κλειστά καί ἡ ἀναπνοή τοῦ μόλις ποῦ ἀκουγόταν. Ποῦ καί ποῦ ἀνάσαινε βαθιά σάν νά στέναζε. Καί ἡ μητέρα τοῦ θωροῦσε ὅλο καί πιό θλιμμένα τό φτωχό πλασματάκι.


Τότε ἀκριβῶς κάποιος χτύπησε τήν πόρτα. Ἡ μητέρα ἄνοιξε τήν πόρτα. Μπῆκε τότε ἕνας φτωχός γεροντάκος τυλιγμένος μέ ἕνα χοντρό μάλλινο ροῦχο, γιατί ἔξω ἦταν ἄγριος χειμώνας. Τά πάντα ἔξω ἦταν σκεπασμένα μέ χιόνι καί πάγο. Ὁ ἄνεμος σφύριζε ἄγρια καί μαστίγωνε ἀλύπητα τό πρόσωπο τοῦ ὅποιου ὁδοιπόρου.

Ἐπειδή ὁ γέρος ἔτρεμε ἀπό τό κρύο, μόλις τό παιδάκι ἀποκοιμήθηκε γιά λίγο, βγῆκε ἡ μάνα ἔξω ἀπό τό δωμάτιο καί ἑτοίμασε ἕνα ζεστό στόν γέροντα. Ἡ μητέρα ξανακάθισε στό κάθισμά της δίπλα στόν γέροντα, κοίταξε μέ βλέμμα τρυφερό τό ἄρρωστο παιδάκι της, ποῦ ἀνάσαινε ὅλο καί πιό βαριά καί κράτησε στοργικά τό λεπτό του χεράκι.

Τί λές, εἶπε ἡ μητέρα στόν γέροντα, θά μπορέσω νά κρατήσω τελικά κοντά μου τό μικρό μου παιδί; Πιστεύω πῶς ὁ Κύριός μας δέν θά θελήσει νά μό΄ὕ τό πάρει.

Ὁ γέροντας, ποῦ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ θάνατος, κούνησε τό κεφάλι του, ἀλλά μέ τέτοιο τρόπο, ποῦ σήμαινε καί ναί καί ὄχι.
Ἡ μητέρα χαμήλωσε τό βλέμμα της. Δάκρυα καυτά κύλισαν στά μάγουλά της. Τό κεφάλι τῆς ἔγινε βαρύ. Τρεῖς νύχτες καί τρεῖς μέρες δέν ἔκλεισε μάτι. Καί τώρα ἐνίωθε ἀκατανίκητη τήν ἀνάγκη νά κλείσει τά μάτια της, ἔστω καί γιά λίγο. Τήν πῆρε γιά λίγο ὁ ὕπνος, μόνο γιά λίγο ὅμως, γιατί ἀμέσως τινάχτηκε, ἀπότομα ἐνῶ ἔτρεμε ἀπό τό ξαφνικό κρύο στό πρίν ἀπό λίγο πολύ ζεστό δωμάτιο.

Τί εἶναι αὐτό πάλι; εἶπε κοιτάζοντας γύρω της. Νόμιζε πῶς ὀνειρευόταν.Ἀλλά ὄχι! ΄Ἦταν ξύπνια. ὅμως τό γεροντάκι εἶχε ἐξαφανισθεῖ. Τό ἴδιο καί τό ἀγαπημένο τῆς παιδί. Τό εἶχε πάρει μαζί του! Στή γωνιά τό παλιό ρολόϊ τοῦ τοίχου γύριζε, ὁλοένα γύριζε. Τό βαρύ μολυβένιο του βαρύδι γλίστρησε βαριά στό δάπεδο. Μπούμ! ἀκούστηκε στή γαλήνη, ποῦ βασίλευε μέσα στό δωμάτιο. Καί τό ρολόϊ σώπασε κι αὐτό.

Ἡ φτωχή μητέρα πετάχτηκε ἔξω ἄπ τό σπίτι καί φώναζε ἀναζητώντας τό παιδί της.

Ἐκεῖ ἔξω μέσα στά χιόνια καθόταν μιά γυναίκα ντυμένη μέ μαῦρο μακρύ φόρεμα. Αὐτή εἶπε στή μητέρα. Ὁ θάνατος ἦταν στό σπίτι σου. Τόν εἶδα, ποῦ ἔφευγε βιαστικός μέ τό παιδί σου στήν ἀγκαλιά του. Τρέχει πιό γρήγορα ἄπ τόν ἄνεμο καί ποτέ δέν δίνει πίσω ὅ,τι πῆρε.

Πές μου, σέ παρακαλῶ, εἶπε ἡ πονεμένη μάνα, ποιόν δρόμο πῆρε; Δεῖξε μου τό δρόμο κι ἐγώ θά τόν βρῶ.

Ξέρω ποιόν δρόμο πῆρε, εἶπε ἡ μαυροφορεμένη γυναίκα. Προτοῦ ὅμως σου δείξω τό δρόμο, πρέπει νά μοῦ τραγουδήσεις ὅλα τά τραγούδια, ποῦ τραγούδησες στό παιδί δού. Μοῦ ἀρέσουνε τόσο πολύ! Τά ἔχω ξανακούσει, ὅταν τά τραγουδοῦσες.

Θά σού τά τραγουδήσω ὅλα, ὅλα, εἶπε ἡ μάνα, ἀλλά μή μέ ἐμποδίζεις τώρα. Εἶναι ἀνάγκη νά συναντήσω τό θάνατο, νά βρῶ τό παιδί μου!
Ἡ νύχτα δέν ξαναμίλησε. ΄Ἔμεινε σιωπηλή καί σοβαρή.

Τότε ἡ μάνα ἔπλεξε τά χέρια της καί τραγούδησε καί ἔκλαψε. Καί ἦταν τόσο πολλά τά τραγούδια της! Μά ἀκόμα πιό πολλά τά δάκρυά της.

Ἡ νύχτα τότε τῆς εἶπε (πήγαινε πρός τά δεξιά, στό σκοτεινό δάσος. Ἐκεῖ εἶδα τό θάνατο νά πηγαίνει μέ τό παιδάκι σου.

Προχώρησε βαθιά μέσα στό δάσος ἡ μάνα ὅμως ἐκεῖ διασταυρωνόταν τά μονοπάτια. Δέν ἤξερε πιά πρός τά ποῦ νά πάει. Ἐκεῖ ἀκριβῶς ἦταν κι ἕνας ἀγκαθωτός θάμνος. Δέν εἶχε οὔτε φύλλα οὔτε λουλούδια. Πῶς νά ἔχει, ἀφοῦ τώρα ἦταν χειμώνας; Στά κλαδιά τοῦ κρέμονταν μονάχα κρύσταλλα πάγου.

Μήπως εἶδες τό θάνατο νά περνάει ἀπό ἐδῶ μέ τό παιδάκι μου στήν ἀγκαλιά του; ρώτησε ἡ μάνα.

Καί βέβαια τόν εἶδα, εἶπε ὁ θάμνος. Δέ σού λέω ὅμως ποιό μονοπάτι πῆρε, ἄν δέν μέ ζεστάνεις πρῶτα στή μητρική σου ἀγκαλιά. Εἶμαι τόσο παγωμένος, σέ λίγο θά παγώσω ὁλότελα καί θά πεθάνω.

Ἡ μάνα ἀγκαλίασε τότε σφιχτά στό στῆθος τῆς τό θάμνο γιά νά ζεσταθεῖ. Τ ἀγκάθια τοῦ μπήχτηκαν στίς σάρκες της. Τό αἷμα ἀνάβλυζε καυτό ἄπ τίς πληγές τῆς μάνας. ὅμως ὁ θάμνος ζεστάθηκε. Καινούργια πράσινα φύλλα σκέπασαν τά κατάξερα κλωνιά του καί ἀνθοί πρόβαλαν πάνω σ αὐτά καταμεσίς στήν παγωμένη χειμωνιάτικη νυχτιά.

Τόσο θερμή ἦταν ἡ καρδιά τῆς πονεμένης μάνας! Ὁ θάμνος τότε τῆς ἔδειξε τό μονοπάτι, ποῦ ἔπρεπε νά πάρει.

Περπάτησε, περπάτησε ὅσο μποροῦσε πιό γρήγορα ἡ μάνα χωρίς οὔτε στιγμή νά κάτσει κι οὔτε γιά λίγο νά σταθεῖ νά ξαποστάσει.΄Ἔτσι ἔφτασε στήν ἀκτή μιᾶς θάλασσας ὅμως δέν βρίσκονταν ἐκεῖ οὔτε καράβι, μά οὔτε καί βάρκα. Ἡ θάλασσα δέν ἦταν τόσο παγωμένη γιά νά μπορεῖ νά τήν κρατήσει ἐπάνω της ὁ πάγος. Μά οὔτε πάλι τόσο ρηχή γιά νά μπορέσει νά τή διασχίσει περπατώντας στό βυθό της. Καί ὅμως ἔπρεπε νά περάσει, ἄν ἤθελε νά βρεῖ τό παιδάκι της.

΄Ἔσκυψε τότε χαμηλά καί ἄρχισε νά πίνει τό νερό τῆς θάλασσας.΄Ὅμως ἦταν ἀδύνατο νά πιεῖ ὅλο τό νερό τῆς θάλασσας γιά ν ἀνοίξει ὁ δρόμος. Δέν μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό ἕνας ἄνθρωπος.ὅμως ἡ πονεμένη μάνα σκεφτόταν μήπως γίνει κάποιο θαῦμα, γιά νά μπορέσει νά καταπιεῖ ὅλη τή θάλασσα.

Ὄχι, αὐτό δέ γίνεται τῆς εἶπε τότε ἡ θάλασσα. Θά ἤθελα ὅμως νά κάναμε οἱ δυό μας μιά συμφωνία, γιά νά σέ ἀφήσω νά περάσεις. Μοῦ ἀρέσει νά μαζεύω ὄμορφα μαργαριτάρια. Τά δικά σου μάτια εἶναι τά πιό φωτεινά καί τά πιό λαμπερά ἄπ ὅσα μέχρι τώρα εἶδα. ἄν μου τά δώσεις, θά σέ πάρω στή ράχη μου καί θά σέ μεταφέρω στό θερμοκήπιο τοῦ θανάτου. Ἐκεῖ μένει ὁ θάνατος καί φροντίζει καί καλλιεργεῖ λουλούδια καί δέντρα.

Κάθε λουλούδι καί κάθε δέντρο εἶναι κι ἀπό μιά ἀνθρώπινη ζωή.
Καί τί δέ θά δινα, γιά νά μπορέσω νά πάω ὡς τό παιδί μου,ἀπάντησε μέ δάκρυα ἡ μάνα. Καί ἔκλαψε τόσο πολύ, ὥσπου τά μάτια τῆς ἔπεσαν στό βυθό τῆς θάλασσας καί ἔγιναν ἐκεῖ ἀτίμητα μαργαριτάρια.

Κι ἡ θάλασσα, πιστή στό λόγο της, τή σήκωσε στή ράχη της καί τή μετάφερε στήν ἀπένατι ἀκτή. Ἐκεῖ βρισκόταν ἕνα θαυμάσιο εὐρύχωρο σπίτι. Ἡ φτωχή μάνα δέν ἦταν σέ θέση νά μαντέψει, ἄν ἦταν κάποιο βουνό μέ δάσος καί σπηλιές ἤ ἄν ἦταν κάτι ἄλλο. Ἡ μάνα δέν ἔβλεπε πιά. Τά μάτια τῆς τά εἶχε δώσει στή θάλασσα.

Πῶς θά μπορέσω νά βρῶ τό θάνατο, ποῦ ἔφυγε μαζί μέ τό παιδί μου, ἀναρωτήθηκε ἡ μάνα.

Δέν ἦρθε ἀκόμα ἐδῶ, τῆς ἀποκρίθηκε τότε μιά φωνή.
Ἦταν μιά γερόντισσα, ποῦ φρόντιζε τό σπίτι τοῦ θανάτου.

Πῶς ὅμως μπόρεσες νά ἔρθεις ὡς ἐδῶ; τή ρώτησε. Ποιός σέ βοήθησε;

Ὁ Κύριος μέ βοήθησε, ἀποκρίθηκε ἡ μάνα. Πιστεύω πὡς κι ἐσύ θά φανεῖς σπλαχνική. Θά μπορέσω νά βρῶ τό παιδί μου;

Δέν τό ξέρω, εἶπε ἡ γερόντισσα. Καί ἐσύ πάλι δέ βλέπεις. Πολλά λουλούδια καί δέντρα μαράθηκαν ἀπόψε κι ὁ θάνατος, ὅπου νά ναί, ἔρχεται γιά νά τά μεταφυτέψει. Θά ξέρεις πῶς κάθε ἄνθρωπος ἔχει τό δέντρο του ἤ τό λουλούδι τῆς ζωῆς τοῦ ἐδῶ. Ἐξωτερικά φαίνονται σάν τά ἄλλα φυτά. ὅμως δέν εἶναι ἴδια μέ τά ἄλλα. Τοῦτα ἐδῶ ἔχουν καρδιά, ποῦ χτυπάει. Καί ἡ καρδιά τῶν παιδιῶν κι αὐτή τό ἴδιο πάλλει. Πάρε αὐτόν τό δρόμο. ΄Ἴσως ἀναγνωρίσεις τήν καρδιά τοῦ παιδιοῦ σου.΄Ὅμως πές μου τί θά μοῦ δώσεις, ἄν σου πῶ, τί πρέπει νά κάνεις ἔπειτα;

Δέν ἔχω τίποτε πιά νά δώσω, εἶπε ἀναστενάζοντας μέ πόνο ἡ μάνα. ὅμως θά μποροῦσα νά πάω ὡς τήν ἄκρη τοῦ κόσμου γιά χατήρι σου.

Δέν ὑπάρχει καμμιά ἀνάγκη νά πᾶς ὡς ἐκεῖ, εἶπε ἡ γερόντισσα. Μπορεῖς ὅμως νά μοῦ δώσεις τά ὄμορφα μαῦρα σου μαλλιά. Τό ξέρεις καί ἡ ἴδια πόσο ὡραία εἶναι. Μοῦ ἄρεσαν πάρα πολύ. Ἀντί γί αὐτά θά σού δώσω τά δικά μου ἄσπρα μαλλιά. Κάτι εἶναι κι αὐτό.

Αὐτό εἶναι ὅλο; Τίποτε ἄλλο μή μοῦ ζητήσεις καί τά μαλλιά μου σού τά δίνω μετά χαρᾶς! Καί τῆς ἔδωσε τά δικάτης μαῦρα μαλλιά καί πῆρε τά ἄσπρα της γερόντισσας.

΄Ἔπειτα πῆγαν στό μεγάλο θερμοκήπιο τοῦ θανάτου. Ἐκεῖ ἔβλεπε κανείς λογής λογης λουλούδια καί δέντρα χίλιων λογιῶν. Ἐδῶ βρίσκονταν τριαντάφυλλα, πάρα πέρα χρυσάνθεμα καί πιό ἐκεῖ γαρύφαλλα ἐξαίσια. Μερικά φαίνονταν γερά, ἄλλα ἄρρωστα. Νερόφιδα ἀναπαύονταν πάνω σ αὐτά καί μαῦρες καραβίδες ἕσφιγγαν μέ τίς τανάλιες τούς τό κοτσάνι τους.

Ἀλλοῦ πάλι ὑψώνονταν μεγαλόπρεπα πλατάνια, ὡραιότατες φοινικιές, περήφανες βαλανιδιές κι ἀλλοῦ μοσχοβολοῦσε θυμάρι μέ ὄμορφα λιλά λουλουδάκια. Κάθε δέντρο καί κάθε λουλούδι εἶχε τό ὄνομά του. ΄Ὅλα ἀντιπροσώπευαν ἀνθρώπινες ζωές στόν κόσμο ἐτοῦτον. Καί ἦταν ζωές ἄλλες ἄπ τήν Κίνα, ἄλλες ἄπ τή Γροιλανδία, ἄλλες ἀπό τήν Εὐρώπη καί γενικά ἄπ ὅλον τόν κόσμο.

΄Ἔβλεπε κανείς δέντρα μεγάλα νά εἶναι φυτρωμένα σέ μιά μικρή γλάστρα, ἕτοιμη νά σπάσει. Κι ἔβλεπε ἐπίσης σέ κάποιες μεριές μερικά ἀρρωστιάρικα λουλούδια σέ παχειά γῆ μέ λίπασμα ἄφθονο, πολύ φροντισμένα, παραχαϊδεμένα θά λεγες.

 Ἡ φτωχή ὅμως μάνα ἔσκυβε στά πιό μικρά λουλουδάκια κι ἄκουγε τήν ἀνθρώπινη καρδούλα τους νά χτυπάει. Δέν ἄργησε ἀνάμεσα στά ἑκατομμύρια λουλούδια νά ἀναγνωρίσει τήν καρδιά τοῦ παιδιοῦ της.
Αὐτό εἶναι τό λουλούδι τοῦ παιδιοῦ μου, ἔκραξε ξαφνικά ἡ μάνα μέ ἀπέραντη συγκίνηση καί ἅπλωσε τά χέρια τῆς σ ἕνα μικρό μπλέ κρόκο, ποῦ ἔγερνε ἄρρωστος τό κεφαλάκι του σέ μιά πλευρά.

Μήν τό ἀγγίζεις! Φώναξε ἡ γερόντισσα. Στάσου ὅμως ἐδῶ κι ὅταν ἔρθει ὁ θάνατος τόν περιμένω ἀπό στιγμή σέ στιγμή μήν τόν ἀφήνεις νά ξερριζώσει τό λουλούδι.

Γιά νά φοβηθεῖ, ἀπείλησε τόν πῶς ἄν τό ξερριζώσει, θά ξερριζώσεις κι ἐσύ ὅσα λουλούδια θά βρεθοῦν μπροστά σου. Εἶναι ὑπεύθυνος ἀπέναντι στό Θεό γιά κάθε λουλούδι καί δέν ἐπιτρέπεται χωρίς ἄδεια τοῦ Θεοῦ νά ξερριζωθεῖ κανένα.

Ξαφνικά μιά παγερή πνοή ἔγινε αἰσθητή, ὅπως τότε στό δωμάτιο μέ τό παιδί της. Ἡ τυφλή μάνα κατάλαβε πῶς ἦταν ὁ θάνατος, ποῦ εἶχε ἔθει.

Πῶς μπόρεσες νά βρεῖς τό δρόμο ὡς ἐδῶ; ρώτησε ἔκπληκτος. Πῶς μπόρεσες νά ἔρθεις μάλιστα πρίν κι ἀπό μένα;

Εἶμαι μάνα, ἀπάντησε ἁπλά ἡ μάνα. Καί ἡ μάνα τρέχει πιό γρήγορα κι ἄπ τό θάνατο!

Ὁ Θάνατος ἅπλωσε τό μακρύ του χέρι στό τρυφερό λουλουδάκι, ποῦ ἦταν τό λουλούδι τοῦ παιδιοῦ της, ἀλλά ἡ μάνα τό προστάτεψε μέ τά χέρια τῆς τόσο καλά, μά καί τόσο προσεκτικά, ὥστε δέν ἄγγιξε οὔτε ἕνα φυλλαράκι του. Ὁ Θάνατος τότε φύσηξε μέ τήν παγωμένη πνοή τοῦ πάνω στά χέρια της, κι ἦταν ἡ πνοή τοῦ τόσο παγωμένη, πιό παγωμένη κι ἄπ τόν κρύο ἄνεμο, ὥστε τά χέρια τῆς ἔπεσαν κάτω ἀδύναμα πιά.

Δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα ἐνάντια στό ἔργο μου, εἶπε ὁ Θάνατος.
Μπορεῖ ὁ Κύριός μας νά καταλύσει τό ἔργο σου, ἀποκρίθηκε ἡ μάνα.

΄Ὅμως κι ἐγώ τό θέλημά Του δέν κάνω; εἶπε ὁ Θάνατος. Εἶμαι ὁ κηπουρός του. Παίρνω τά λουλούδια του καί τά δέντρα του καί τά μεταφυτεύω στό μεγάλο κῆπο τοῦ Παραδείσου, ποῦ βρίσκεται σέ ἄγνωστη κι ἀλαργινή γιά σᾶς χώρα. Δέν μπορῶ ὅμως νά σού πῶ λεπτομέρειες γιά τή ζωή τούς ἐκεῖ.

Δός μου τό παιδί μου, ἔκραξε μέ ἀπελπισία ἡ μάνα κλαίοντας κι ἅρπαξε μέ τά χέρια τῆς δυό ὄμορφα λουλούδια καί φώναξε μέ ἀπόγνωση στό θάνατο. Θά σού ξερριζώσω ὅλα τά λουλούδια! Εἶμαι τόσο ἀπελπισμένη, ποῦ δέν ξέρω πιά τί κάνω.

Μή! Μή τά ἀγγίξεις! Φώναξε τρομαγμένος ὁ Θάνατος. Λές πῶς εἶσαι δυστυχισμένη. Καί ὅμως, νά, ποῦ θέλεις νά κάνεις καί μιά ἄλλη μάνα δυστυχισμένη!

Μιά ἄλλη μάνα! Ἐπανέλαβε μηχανικά ἡ μάνα. Μιά ἄλλη μάνα! Ἡ φτωχή μάνα ἄφησε προσεκτικά τά δυό λουλούδια.

Πάρε πίσω τά δυό σου μάτια, εἶπε τότε ὁ Θάνατος. Τά ψάρεψα στή θάλασσα. ΄Ἔλαμπαν τόσο πολύ! Δέν ἤξερα ὅμως πῶς ἤτανε τά δικά σου μάτια. Πάρτα πίσω. Τώρα εἶναι πιό φωτεινά ἀπό πρίν. Καί τώρα κοίταξε στό βάθος τοῦ πηγαδιοῦ ἐκεῖ παρακάτω. Θά σού πῶ τό ὄνομα τῶν δυό λουλουδιῶν, ποῦ ἤθελες νά ξερριζώσεις. Καί θά ἰδεῖς ὅλο τους τό μέλλον. Θά ἰδεῖς καί ὅλη τους τήν ἀνθρώπινη ζωή. Θά ἰδεῖς τί πήγαινες νά καταστρέψεις

Ἡ μάνα κοίταξε στό βάθος τοῦ πηγαδιοῦ Τί ἦταν ἐκεῖνο, ποῦ ἔβλεπε;
Θεέ μου! ἀναφώνησε. ΄Ἦταν κάτι ἔκτακτο, κάτι τό ἀπερίγραπτα καί θαυμάσια ὄμορφο νά βλέπει πῶς τό λουλούδι ἔγινε εὐλογία γιά τόν κόσμο. Πόση εὐτυχία καί χαρά σκόρπιζε γύρω του!

΄Ἔπειτα κύταξε τή ζωή τοῦ ἄλλου λουλουδιοῦ.ὅμως ἔφριξε ἀπό ὅ,τι εἶδε. Ἡ ζωή τοῦ ἄλλου λουλουδιοῦ ἦταν ζωή φρίκης καί τρόμου. Παντοῦ σκορποῦσε τήν τυραννία, τό ἔγκλημα, τήν καταστροφή αὐτός, ποῦ τή ζωή τοῦ ἔβλεπε νά ξετυλίγεται. Τέτοιος ἐγκληματίας δέν εἶχε ξαναφανεῖ στό κόσμο, ποῦ αὐτός ζοῦσε, καί ἔσπερνε τή δυστυχία καί τόν τρόμο γύρω του.

Καί τά δυό μποροῦν νά γίνουν, ὄχι βέβαια ταυτόχρονα, ἀλλά ἤ τό ἕνα ἤ τό ἄλλο, εἶπε ὁ Θάνατος.

Ποιό ἀπό τά δυό λουλούδια εἶναι τό λουλούδι τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ;
Αὐτό δέν μπορῶ νά σού τό πῶ, ἀποκρίθηκε ὁ Θάνατος. Μπορῶ ὅμως νά σού πῶ πῶς μόνο τό ἕνα ἄπ αὐτά τά λουλούδια μπορεῖ νά εἶναι τό μέλλον τοῦ παιδιοῦ σου. Εἶδες τό μέλλον τοῦ παιδιοῦ σου! Διάλεξε τό ἕνα ἀπό τά λουλούδια ποῦ ἔχεις στά χέρια σου. Δέν μπορῶ ὅμως νά σού πῶ ποιό εἶναι τό ἕνα ἤ τό ἄλλο. Θά τολμήσεις ὅμως νά τοῦ ὁρίσεις ἐσύ τό μέλλον του; Θά τολμήσεις;

Ποιό εἶναι τό εὐλογημένο μέλλον τοῦ παιδιοῦ μου;
΄Ἔκραξε μέ λαχτάρα ἡ μάνα. Πές μου, σέ θερμοπαρακαλῶ, ποιό εἶναι τό εὐλογημένο μέλλον τοῦ παιδιοῦ μου; Σῶσε τό ἀθῶο παιδάκι μου! Σῶσε τό παιδί μου ἀπό τή δυστυχία αὐτή καί ἀπό αὐτό τό φρικτό καί ἀπαίσιο μέλλον, ποῦ μου δημιούργησε φρίκη ἀπερίγραπτη βλέποντας τό. Δεῖξε μου τό καλό!

Διάλεξε μόνη σου! Ἐγώ δέν μπορῶ νά σού τίποτε.

΄Ώ, δέν τολμῶ, ψέλισε μέ ἀπόγνωση ἡ μάνα. Δέν τολμῶ! Πάρε καλύτερα τό παιδί μου τώρα. Πάρτο στό βασίλειο τοῦ Θεοῦ μικρό ἀγγελούδι, ὅπως εἶναι. Λησμόνησε τά δάκρυά μου. Παράβλεψε τόν πόνο καί τή δυστυχία μου. Ξέχασε τίς προσευχές μου καί ὅ,τι εἶπα κι ἔκανα ὡς τώρα.

Δέν καταλαβαίνω, εἶπε ὁ Θάνατος. Θέλεις πίσω τό παιδί σου ἤ θέλεις νά τό πάρω μαζί μου στήν ἄγνωστη χώρα τοῦ Θεοῦ;

Ἡ μάνα ἔπεσε στά γόνατα. ΄Ὕψωσε τά χέρια της καί τά πλημμυρισμένα ἀπό δάκρυα μάτια της στόν οὐρανό καί εἶπε ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς της:

(Κύριε καί Θεέ μου, μήν εἰσακούσεις τήν προσευχή μου, Σέ παρακαλῶ. Μή λάβεις ὑπόψη Σου ὅ,τι καί γιά ὅ,τι Σέ ἱκέτεψα καί ὅ,τι μέχρι τώρα ἔκανα γιά νά σώσω τό παιδί μου, ἐφόσον δέν εἶναι σύμφωνα μέ τό θέλημά σου. Τό δικό Σου θέλημα εἶναι τό πιό σωστό καί τό πιό καλό καί ὄχι τό δικό μου. ω, μή μέ ἀκούσεις,
Κύριέ μου. Μή πραγματοποιήσεις ὅ,τι Σου ζήτησα τόσο ἐπίμονα! (Οὔχ ὡς ἐγώ θέλω, ἄλλ ὡς Σύ !) Εἶπε ἡ μάνα καί ἔγειρε μέ βαθειά ὑποταγή τό κεφάλι

Καί ὁ Θάνατος ἔφυγε μέ τό παιδί τῆς κατευθυνόμενος πρός τήν ἄγνωστη, ἀλλά μακάρια χώρα τοῦ Θεοῦ...


πηγή:eusebiosvittis