Γέροντα, ο Αββάς Ποιμήν λέει: «Μάθε τι θέλει ο αδελφός και ανάπαυσέ τον». Τί θέλει να πη ακριβώς;
- Εννοεί να μάθης τι ανάγκη έχει ο αδελφός σου, ο πλησίον σου, και ανάλογα να τον αναπαύσης, με την καλή έννοια. Γιατί και η αγάπη χρειάζεται διάκριση. Αν κάποιος λ.χ. είναι γαστρίμαργος, δεν πρέπει να του δίνης συνέχεια νόστιμα φαγητά, γιατί αυτό θα τον βλάψη. Θα κάνεις νόστιμο φαγητό για έναν που έχει ανορεξία, για να μπορέση να το φάη. Ή, αν κάποιος έχη ζάχαρο και του δίνης γλυκά, αγάπη είναι αυτή;
Γέροντα, πως γίνεται να αγαπάη κανείς το ίδιο όλους τους ανθρώπους και να τους αγαπάη με διάκριση;
- Αγαπάει όλους το ίδιο, αλλά δεν εκδηλώνει την αγάπη του σε όλους το ίδιο. Άλλον τον αγαπάει από μακριά, γιατί χρειάζεται να τον κρατήση σε απόσταση, άλλον από κοντά, ανάλογα με το τι ωφελεί τον καθένα. Σε έναν δεν πρέπει καθόλου να μιλήση, σε άλλον πρέπει να πη δυο λόγια, σε άλλον λίγα παραπάνω.
Μπορεί , Γέροντα, η εκδήλωση της αγάπης μου να βλάψη τον άλλον;
- Αν ο άλλος έχη φιλότιμο και εσύ του δείξης πολλή αγάπη, τότε αλλοιώνεται με την καλή έννοια και προσπαθεί με κάθε τρόπο να σε ευχαριστήσει, να μη σε λυπήση. Ο αναιδής όμως, αν του δείξης πολλή αγάπη, γίνεται ακόμα πιο αναιδής, γιατί η πολλή αγάπη τους μεν φιλότιμους τους κάνει πιο φιλότιμους, τους δε αναιδείς, τους κάνει πιο αναιδείς. Οπότε, όταν δης πως δεν βοηθάς με την αγάπη σου, την λιγοστεύεις με διάκριση∙ αλλά και αυτό από αγάπη το κάνεις.
Γέροντα, υπάρχει περίπτωση να κάνω μία θυσία με καθαρά ελατήρια και να φθάσω στην αγανάκτηση;
- Ναι, γι’ αυτό η θυσία πρέπει να γίνεται με διάκριση. Να προσέχεις να μην ξεπερνάς την αντοχή σου, γιατί και οι σωματικές δυνάμεις έχουν όριο. Όταν ξεπεράσης την σωματική αντοχή σου, τότε, αν κάποιος σου πη: «τίποτε δεν έκανες απ’ το πρωί», μπορεί να πης μέσα σου :«Βρε τον αχάριστο! Εγώ απ’ το πρωί σκοτώθηκα στην δουλειά, κι αυτός λέει ότι δεν έκανα τίποτε!». Έτσι πάνε όλα χαμένα.
Αν, Γέροντα, προς στιγμήν μέσα μου αγανακτήσω, αλλά αμέσως σκεφθώ ότι συνέβη αυτό , γιατί τα ελατήριά μου δεν ήταν καθαρά, τότε πάλι τα χάνω όλα;
- Σ’ αυτήν την περίπτωση σου δίνει μια σπρωξιά το ταγκαλάκι κι εσύ του δίνεις μια σφαλιάρα. Οπότε τρώει το ταγκαλάκι την σφαλιάρα και φεύγει.
από το βιβλίο: “Πάθη και Αρετές”