Σήμερα καί χθες πονά ή καρδιά μου, καί πονά μέ παράδοξο τρόπο… Καί έγώ παρεκάλεσα τον Θεό: «Όχι τώρα. Δώσε μου νά τελειώσω τό έργο τής ζωής μου». Καί ιδού. Όδεύοντας προς τό τέλος τού έργου τής ζωής μου θά αρχίσω νά συνομιλώ μαζί σας γιά τό πώς πρέπει νά περάσουμε τήν περίοδο τών Νηστειών.

Σάς μίλησα ήδη γιά τή μέθοδό μου, τήν όποια σάς συστήνω νά άφομοιώσετε. Ή μέθοδος αύτή είναι ή άκόλουθη: νά δούμε τον τελικό μας σκοπό καί νά βαδίσουμε προς αύτόν άρχίζοντας άπό τό άλφάβητο. Όσον άφορά τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πρέπει νά θέσουμε στον έαυτό μας τήν ίδια άκριβώς άρχή, άλλά σε μικρότερες διαστάσεις. Πρέπει νά έννοήσουμε οτι μάς προτείνονται πενήντα ήμέρες νηστείας ώς προετοιμασία γιά τήν ύποδοχή τής έκνεκρών άναστάσεως. Και έμεΐς θά οικοδομήσουμε έτσι τή θεωρία μας: Τώρα άρχίζει ό πνευματικός μας άγώνας. Ή έμπνευσή μας πολλαπλασιάζεται με τή σκέψη οτι έκατομμύρια χριστιανοί θά τηρήσουν τή Νηστεία αύτή. Ή οδός προς τήν άνάσταση, άκόμη και γιά τον ιδιο τον σαρκωθέντα Θεό, πέρασε άπό παθήματα. Τό μυστήριο τών παθημάτων θά τό κατανοήσουμε μόνο άργότερα. Κατ’ άρχάς τό δεχόμαστε ώς όρο γιά τήν έν Θεώ άνάπτυξή μας, ώς όρο γιά τήν προκοπή μας στή πρόσληψη του λόγου τού Θεού και τήν άφομοίωση τών οδών Του στήν πρακτική ζωή.

 

Συνεπώς, ας συνθέσουμε γιά τον έαυτό μας μιά τέτοια εικόνα τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής και θά δούμε πώς ένας άνθρωπος έπάνω στή γη άποφάσισε μόνος Του νά άνεβεί στον Γολγοθά καί νά διαρρήξει τον σιδερένιο κλοιό τής κατάρας, έξαιτίας τής άμαρτίας του Άδάμ. Αποφάσισε νά ύπομείνει τά πάντα μέ τρόπο θετικό, πού κανένας έπάνω στή γη δέν κατανοούσε, καί κανένας στήν πραγματικότητα δεν άποδεχόταν. Καί οταν ολοκλήρωσε τό «έργο» αύτό, είπε: 

«Θαρσειτε, έγώ νενίκηκα τον κόσμον».

«Δι’ ένός άνθρώπου ή άμαρτία είσήλθεν εις τον κόσμον», λέει ό άπόστολος Παύλος, καί άπό έναν Άνθρωπο έρχεται ή σωτηρία. Άν μπροστά μας ύψώνεται τέτοιος σκοπός, θά δεχθούμε τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή ώς άγια περίοδο στή ζωή όλου του χρόνου. Καί οταν μέ χαρά καταβάλλουμε σωματικό άγώνα έγκρατείας άπό τροφές, αύτό δέν μάς φθείρει, άλλά μάς βοηθά σέ ολα τά έπίπεδα καί στο πνευματικό καί στο φυσικό. 

Αλήθεια, μπορώ νά πώ οτι τώρα, στα χρόνια τών γηρατειών μου, μοΰ άφαιρέθηκε ή άπόλαυση τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Στο Άγιον Όρος, οταν ζοϋσα στο μοναστήρι, πού ήταν τό πιο φτωχό καί τό πιο αύστηρό άπό άπόψεως νηστείας, άντεχα τις νηστείες μέ χαρά καί ευκολία. Τώρα δέν μπορώ νά τό κάνω αυτό. Στερήθηκα τήν ευλογία καί τήν ευτυχία αύτοΰ τού πράγματος.

Σέ ένα μεγαλοφυές σύστημα καθορισμένου κύκλου άκολουθιών, ή νηστεία αύτή κατέχει ιδιαίτερη θέση. Οί δέ άκολουθίες τής Μ. Τεσσαρακοστής, στις όποιες ένα σημαντικό μέρος κατέχουν τά κείμενα άπό τήν Παλιά Διαθήκη, άποτελοϋν διδασκαλία πού συχνά έκφράζεται μέ άπίστευτα ύψηλό ποιητικό χάρισμα.

Θά φέρω ώς παράδειγμα τούς ειρμούς τού Μεγάλου Κανόνα πού θά ψάλουμε: «Βοηθός καί σκεπαστής έγένετό μοι εις σωτηρίαν, ούτός μου Θεός καί δοξάσω Αύτόν, Θεός τού Πατρός μου καί ύψώσω Αύτόν, ένδόξως γάρ δεδόξασται». Είναι λόγια πού έμπνέουν καί περιέχουν μέσα τους μεγάλο νόημα, έκεινο δηλαδή πού ονομάζουμε Παράδοση.

Ή ζωντανή Παράδοση έκφράζεται πρωτίστως στο πνεύμα τής ζωής. Ή δογματική διδασκαλία «άκολουθεί» άργότερα. Στήν άρχή ή καρδιά άγαπά τον Κύριο καί Τον άκολουθεί, «οπου αν ύπάγη» . Υστερα όμως προστίθεται βαθμηδόν άσύγκριτη άπόλαυση, καθώς φανερώνονται οί οδοί τής σωτηρίας τού κόσμου αύτού. Συνεπώς, σάς τό επαναλαμβάνω, γιά νά ριζώσει στήν καρδιά καί στον νού σας: ή οδός αύτή είναι ή οδός τής σωτηρίας.

Καί μολονότι είναι έτσι, στήν έποχή μας, δυστυχώς, ή άντοχή του οργανισμού μας, πού άπό τα παιδικά χρόνια είναι κλονισμένος, στο έπίπεδο τού νευρικού συστήματος, έχει μειωθεί φοβερά. Σε προγενέστερες έποχές ύπήρξαν πολλοί άσκητές πού μπορούσαν να περάσουν χωρίς τροφή έβδομάδες, μήνες, μιμούμενοι τήν έγκράτεια του Χριστού, τή νηστεία Του στήν έρημο γιά σαράντα ήμέρες πριν τήν έξοδό Του στο κήρυγμα . Τώρα αύτό είναι σχετικά σπάνιο φαινόμενο άνάμεσα στούς άσκητές. Επιπλέον, παρατηρώ με πόνο καρδιάς ένα πολύ τραγικό φαινόμενο: γιά λόγους ύγείας οί άνθρωποι είναι ικανοί νά ύπομείνουν μακρά και αυστηρή δίαιτα, άλλά γιά τον Θεό δέν είναι διατεθειμένοι νά τηρήσουν τήν καθιερωμένη άπό τήν Εκκλησία νηστεία, διότι ύπάρχει κάποιο πνεύμα πού παρεμποδίζει κάθε προσπάθεια νά άκολουθήσει ό άνθρωπος τον Χριστό.

Παλαιότερα, στά μοναστήρια, όσοι μπορούσαν έγκρατεύονταν ως τήν Παρασκευή ή άκόμη καί ως τό Σάββατο. Αλλά αύτό δέν ήταν γιά όλους.

Άκόμη ένα παράδοξο φαινόμενο: οί πρώτες ήμέρες περνούν πολύ δύσκολα. Τή δεύτερη ήμέρα, δηλαδή τήν Τρίτη, άρχίζει νά ζαλίζεται τό κεφάλι. Υστερα άπό αύτό, τήν Τετάρτη, είναι δυνατή ή διακοπή καί ή έλάφρυνση τής νηστείας γιά τήν άντοχή του οργανισμού. Γιά τούς άρρώστους όμως δέν είναι δυνατή ούτε μία ήμέρα νηστείας, λόγω τής άσθένειάς τους.

Στον Άθω, ή πρώτη ήμέρα τής νηστείας γιά πολλούς ήταν σκληρή, γιατί έκεί ύπήρχαν δυνατοί χωρικοί. Οί έκκρίσεις των οξέων γιά τήν πέψη, μή βρίσκοντας ύλικό στο στομάχι, άρχιζαν νά ένοχλούν τό ίδιο τό στομάχι. Στήν περίπτωση αύτή έπρεπε τή Δευτέρα κάτι νά φάει κανείς, γιά νά μή βλάψει τήν ύγεία του. Δέν είμαι τώρα σε θέση νά άπαριθμήσω όλες τις ιδιαιτερότητες τών οργανισμών, τί χρειάζεται καί τί είναι δυνατόν στον καθένα.

Εμείς κρατούμε τήν έξής μέθοδο: ή πλήρης έγκράτεια δέν είναι άναγκαστική κατά τή διάρκεια όλης τής έβδομάδος. Πλήρη άποχή άπό τροφή και νερό κρατούμε τις τρεις πρώτες ήμέρες μέχρι τήν πρώτη Προηγιασμένη Λειτουργία. 

Οσοι δέν άντέχουν, τήν Τρίτη τό άπόγευμα στήν τράπεζα μπορούν νά πάρουν τσάι καί παξιμάδι. Οσοι δέν άντέχουν ούτε αύτό, μπορούν διακριτικά νά πάρουν κάτι άκόμη καί τήν πρώτη ήμέρα. Ο καθένας διαλέγει σύμφωνα με τή δύναμή του, χωρίς νά κοιτάζει τί κάνει ό άλλος. Ό καθένας αύτοπροαίρετα ας βαδίσει προς έκείνο τον άγώνα πού άνοίγεται μπροστά μας, ώστε με τον τρόπο αύτό νά είμαστε σε θέση νά διέλθουμε τή Νηστεία, χωρίς νά χάσουμε τον πραγματικό της σκοπό, νά συναπαντήσουμε δηλαδή στή φθαρτή σάρκα μας τή χάρη τής Άναστάσεως.

Κάθε χρόνο έχουμε τή δυνατότητα νά ζούμε τό έξής παράδοξο: τή Νηστεία με όλες τις άσκήσεις τού πένθους, τής μετάνοιας, τής άγρυπνίας καί όλα τά ύπόλοιπα, μπορούμε νά τά άντέξουμε γιά πενήντα ήμέρες. Τό Πάσχα όμως, τή χαρά τού Πάσχα, μπορούμε νά τήν βιώσουμε μόνο σε σύντομο χρόνο, καί στή συνέχεια δέν έχουμε δυνάμεις γιά χαρά. Πιο φυσικό θά φαινόταν τό άντίθετο. ‘Η νηστεία δηλαδή προκαλεί συντριβή, ένώ ύστερα άκολουθεί ή ένθουσιώδης χαρά τής Άναστάσεως, πού ζωοποιεί τον άνθρωπο.

Δέν προτίθεμαι, λοιπόν, νά σάς μιλήσω για τις λεπτομέρειες τής τάξεως τής νηστείας. Οι Πατέρες τής Εκκλησίας δίνουν μερικές χαρακτηριστικές κατευθύνσεις για τον τρόπο βιώσεως τής Σαρακοστής. Αναλογιζόμενοι όμως έμείς τή δυσκολία των πραγμάτων, ένεργούμε ώς έξης: τήν πρώτη, τήν τέταρτη καί τήν έβδομη έβδομάδα των Νηστειών άσκούμε περισσότερη έγκράτεια άπό τό ύπόλοιπο διάστημα. Εφόσον δέ τό σώμα μας κινδυνεύει νά καταστραφεί μέ τήν άπραγία, ή έκκλησιαστική πράξη συνιστά έδαφιαίες μετάνοιες. Καί τις μετάνοιες αύτές τις κάνει ό άνθρωπος ήμέρα καί νύκτα, ώστε νά παραμένει τό σώμα σέ κίνηση καί ένταση. Διαφορετικά, γιά τό νέο σώμα ή απουσία κινήσεων γίνεται άφόρητη καί καταστρεπτική. Γι’ αύτό στήν Εκκλησία λέγονται προσευχές μέ έδαφιαίες μετάνοιες. Αύτές δηλώνουν άπό τή μιά τήν έκφραση τής ταπεινώσεώς μας στήν προσευχή τής μετάνοιας, ένώ άπό τήν άλλη είναι φυσικές κινήσεις, άπαραίτητες κατά τήν άπουσία έργασιών.

Ό άπόστολος Παύλος λέει: «Ει τις ού θέλει έργάζ σθαι, μηδέ έσθιέτω»   . Σέ μιά όμως έπιστολή μου προς τον έξαρχο μητροπολίτη Νικόλαο κάποτε έγραψα: «… Καί έμείς, όπως καί όλα τώρα, τό άλλάξαμε καί αύτό: Οποιος δέν τρώει, αύτός δεν έργάζεται». Οταν δέν δίνεται τροφή, δέν άπαιτείται καί έργασία!

Ό Θεός μάς έδωσε ιδιαίτερο προνόμιο• είμαστε έλεύθέροι νά καθορίσουμε για τον εαυτό μας τούς ορούς μας. Δέν είμαστε πλούσιοι άπό άπόψεως χώρου. 

Δέν έχουμε πράγματι έπάρκεια χώρου γιά άνετη διαμονή. Ωστόσο όμως, αν διαφυλάσσουμε τις έντολές τού Χριστού, ή χάρη δέν θά μάς έγκαταλείψει. Καί όταν ή χάρη δέν έγκαταλείπει, τότε ή προσευχή ρέει κάτω άπό όποιεσδήποτε συνθήκες: στήν έργασία, στήν άπομόνωση τού κελιού, στήν Εκκλησία. Σάς είπα, λοιπόν, μέ λίγα λόγια γιά τήν έπερχόμενη Τεσσαρακοστή.

Επιστρέφω έκ νέου στά ϊδια, γιά νά άποτυπωθοϋν καλύτερα στη συνείδησή σας έκεΐνα πού θεωρώ κατεξοχήν άπαραίτητα: νά έχουμε έναν τελικό σκοπό καί προς αύτόν νά κατατείνουμε. Τότε οί άσήμαντες πλευρές τής καθημερινής μας ζωής θά προσπερνοϋνται, χωρίς νά διαταράσσουν ιδιαίτερα τον οργανισμό καί τον ψυχισμό μας. Καί αύτό όχι μόνο κατά τή Νηστεία, άλλά καί μετά άπό αυτήν καί πάντοτε, κάθε ή μέρα. Μάς χρειάζεται νά θυμόμαστε τον σκοπό καί τό νόημα τής έδώ διαμονής μας. Συναχθήκαμε έπί τό αύτό, ώστε μέ τό ίδιο πνεύμα άγάπης προς τον Χριστό νά άκολουθήσουμε τά ίχνη Του, στηρίζοντας ό ένας τον άλλον. Νά θυμάστε ότι στά Εύαγγέλια έχει γραφεί: «Ήσαν δέ έν τή όδώ άναβαίνοντες εις Ιεροσόλυμα• καί ήν προάγων αύτούς ό Ιησούς», σέ άρκετή άπόσταση, ενώ αύτοί (οί μαθητές) «έθαμβούντο, καί άκολουθούντες έφοβούντο». Έτσι καί έμείς μέ φόβο θά άκολουθοϋμε τον Χριστό όλη αύτή τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ώστε έπειτα ό ύμνος «Χριστός άνέστη» νά βιώνεται ώς «περισσόν ζωής»  μέσα μας. Μια πολύ ώραία συνήθεια είναι να ψάλλουμε τον άναστάσιμο κανόνα κατά την εσπερινή άκολουθία τής Κυριακής τής συγχωρήσεως.

Πρέπει νά πούμε λίγα λόγια γιά τήν Κυριακή τής συγχωρήσεως. ‘Η ήμέρα αύτή, όταν ζητούμε είλικρινά συγχώρηση ό ένας άπό τον άλλον, είναι άκρως σημαντική. Όταν ή συγχώρηση αύτή δίνεται καί άπό τις δύο πλευρές, τότε ή ψυχή αισθάνεται έλεύθερη καί γεμάτη ειρήνη. Βέβαια ή κατάσταση αύτή τής έλευθερίας καί τής ειρήνης άπαλύνει ύπερβολικά τή νηστεία. Νά προετοιμασθείτε λοιπόν γι’ αύτή τήν ήμέρα, ώστε νά άποτινάξετε άπό τήν καρδιά καί τον νου σας κάθε ίχνος άρνητικής στάσης έναντίον τού άδελφου.

Ήδη άπό τήν άρχή τής Νηστείας θά ψάλουμε γιά τον Αδάμ πού έκδιώχθηκε άπό τον Παράδεισο, καί αύτό έχει σημασία. Κατά τήν ιστορική σειρά, θά θυμηθούμε άργότερα τήν πτώση τού Άδάμ στήν άμαρτία καί τήν άπόφαση τού Χριστού νά έξαλείψει τήν κατάρα. Στή μεγαλοφυή αύτή σύνθεση όλου τού κύκλου τών άκολουθιών, στο σύνολο αύτό τής θεολογίας, τής προσευχής καί τής διδασκαλίας, πού παρουσιάζουν τά βιβλία τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής, είναι καταγραμμένη όλη ή Παράδοση. Σε όλα όμως δόθηκε ή μορφή τής προσευχής, ώστε ή θεολογία νά γίνεται περιεχόμενο όλων τών προσευχών μας.

Με συγχωρείτε. Μίλησα τώρα γιά λεπτομέρειες τής ζωής μας. Τον κύριο όμως σκοπό σάς τον διατύπωσα στή διαθήκη μου. Σάς παρακαλώ νά ξεχάσετε τή μηδαμινότητά μου καί νά φυλάξετε τή διαθήκη αύτή. Εκεί είπα ότι δεν πρόκειται γιά κάτι εύκολο. Ωστόσο, κάθε φορά σε παρόμοιες ήμερες, όπως στην ερχόμενη Κυριακή τής συγχωρήσεως, θά πραγματοποιήσουμε τήν άσκηση αύτή και θά λησμονήσουμε όλες τις πληγές πού μάς προκλήθηκαν στή ζωή!

Και όταν συγχωρήσουμε άπό τήν καρδιά μας όλους τούς άδελφούς μας γιά όσα συσσωρεύθηκαν στή γεμάτη κόπο, παρεξηγήσεις, στενοχώριες, στερήσεις καθημερινότητά μας, τότε όλα αύτά άπορρίπτονται, καί τό πνεύμα μας λυτρώνεται καί βρίσκει τήν έλευθερία τού συγχωρημένου άνθρώπου, του λυτρωμένου άπό όλες τις συνέπειες τής άμαρτίας καί έμπνευσμένου με νέα έλπίδα.

Δεν πρέπει νά έκπλησσόμαστε πού δημιουργούνται παρεξηγήσεις στή ζωή, ιδιαίτερα κατά τήν περίοδο τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Πρέπει όμως νά μάθουμε νά ύπερνικούμε αύτές τις δυσκολίες, γιά νά έκπληρώσουμε τον νόμο τού Χριστού πού είπε: «Άφίετε ει τι έχετε κατά τίνος, ινα καί ό Πατήρ ύμών ό έν τοις ούρανοις άφή ύμιν τά παραπτώματα ύμών» . Με τήν ίδια πράξη, συγχωρώντας τις άμαρτίες τού άδελφού μας, είσαγόμαστε στή διαδικασία τής σωτηρίας όλης τής άνθρωπότητος. Κάθε φορά πού έμφανίζονται πειρασμοί ή κάποια δυσκολία -γιατί είναι άδύνατον νά άποφύγουμε τις προστριβές, τή συνέπεια τών περιορισμών τής σαρκός μας-, οπωσδήποτε πρέπει νά τά ύπερνικούμε, καί σε αύτό θά φανεί ή σοφία.


Μία άπό τις πιθανές έρμηνείες τού χωρίου: «Άπό δέ τού ξύλου τού γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, μή φάγεσθε άπ’αύτοΰ», είναι ότι αύτό θά έχει ώς συνεπακόλουθο τή διαίρεση όλων τών άνθρώπων. Τό πρώτο φοβερό έγκλημα, όπου ό Κάιν φόνευσε τον Άβελ , συνέβη ήδη στην άρχή τής ιστορίας τής άνθρώπινης ζωής. Ό Σιλουανός, ό ευλογημένος προστάτης μας, λέει ότι έτσι άρχισε. Καί ό Αδάμ θρηνούσε, πού όλη ή άνθρωπότητα θά ζει με διχόνοια, πολέμους, άδελφοκτονίες, άμοιβαίες καταπιέσεις κλπ., καθώς όλα θά πάνε έναντίον τού νόμου τής άγάπης .

Τί είδους προετοιμασία μάς προτείνει ό Σιλουανός γιά τήν υποδοχή τού Πάσχα; Οσο ισχυρότερο είναι μέσα μας τό Πνεύμα, τόσο εύκολότερα ξεχνούμε κάθε πληγή καί συγχωρούμε κάθε προσβολή πού μάς προκλήθηκε άπό τον άδελφό, καί τόσο πλουσιότερα θά ξεχύνεται σε μάς ή χαρά τής αιώνιας ζωής. ‘Η αύτοεξουθένωση είναι μεγάλη πνευματική πράξη μπροστά στον Θεό. Ό Ιδιος ό Κύριος κένωσε τον Εαυτό Του . Διαβάζουμε λοιπόν στον πατέρα Σιλουανό τά λόγια: «ή χάρη κατοικεί στούς έλαχίστους»  καί όχι στούς άνωτέρους. Έτσι έδωσε σε αύτόν ό Κύριος νά γνωρίσει: «Όσο περισσότερο ταπεινώνεται ό άνθρωπος, τόσο περισσότερο άναλαμβάνει τον άγώνα τής κενώσεως, τόσο ύψηλότερα άνεβαίνει μπροστά στον Θεό, καί τόσο περισσότερο γίνεται ικανός νά προσλάβει τή μεγάλη χάρη» .

Θά ήταν άφελές νά σκεφτούμε ότι ή συγκέντρωσή μας στον τόπο αύτό είναι άνθρώπινο έργο. Ό Ιδιος ό Κύριος μάς συγκέντρωσε. Καί έφόσον μάς συγκέντρωσε ό Κύριος, άς μιμηθούμε τον Γέροντα Σιλουανό. Αύτός, κατά τις έορτάσιμες ημέρες στην άρχή τής μοναχικής του ζωής, ύπηρετούσε τούς πατέρες καί τούς άδελφούς στήν τράπεζα, καί σκεφτόταν για τήν τόσο μεγάλη ευτυχία πού τού δόθηκε: «νά διακονεί αύτούς πού άγαπά ό Κύριος». Μιά φορά μάλιστα, όπως γράφει, διακονώντας τούς άδελφούς στήν τράπεζα γεύθηκε γιά δεύτερη φορά τή χάρη τής έμφανίσεως τού Κυρίου . Επειδή όμως, σύμφωνα με τον πνευματικό νόμο, στις ύψηλές αύτές καταστάσεις δεν μπορεί νά άντέξει τό άνθρώπινο σώμα, δίνονται μία ή τό πολύ δύο φορές κατά τή διάρκεια τής ζωής, καί έπειτα παραμένουν ώς μνήμη καί ώς γνώση (με τή μορφή άνάμνησης) μέσα μας. Στήν πραγματικότητα όμως ή δύναμη τής χάριτος άποχωρεί. Ό όσιος Μακάριος ό Μέγας έλεγε ότι ή άρση τής χάριτος είναι άναγκαία, γιά νά συνεχίσει ό άνθρωπος τήν έπίγεια ζωή καί δραστηριότητά του.

Ολοι σας με άκούσατε με άγάπη. Προσπαθήστε όμως νά έκπληρώσετε όλα αύτά πού σάς είπα κατά τή Νηστεία αύτή. Γιατί λέω «κατά τή Νηστεία αυτή»; Τό λέω, γιατί κατά παράδοξο τρόπο τώρα έπικρατεί τεταμένη άτμόσφαιρα στον κόσμο. Καί οί πιστοί καί οί άπιστοι έχουν συνεχώς στο στόμα τους τούς λόγους «άποκάλυψη», «άποκαλυπτικά γεγονότα», «άποκαλυπτικές προσδοκίες». Με ποιά μορφή θά έρθει τό τέλος δεν γνωρίζουμε άκόμη. Αλλά έφέτος ή ένταση είναι μεγαλύτερη άπό πριν. Ας προσπαθήσουμε τή Νηστεία αύτή νά τήν κάνουμε νηστεία πάλης γιά έκεινο πού σάς παρακάλεσα: γιά τήν ένότητα, πού θά είναι ένότητα κατ’ εικόνα τής Αγίας Τριάδος.

Γιατί ή προσευχή του Ίησού Χριστού πρός τον Πατέρα, μόλις πριν άπό τον θάνατό Του στον Γολγοθά, περιέκλειε μέσα της τό αίτημα, ή ένότητα πού υπάρχει στο Είναι τού Ιδιου τού Θεού να δοθεί σέ μάς; Διότι αυτό άποτελεϊ την ύψιστη μορφή θεώσεως τού άνθρώπου.

Είναι άφελές, ώστόσο, νά σκεφτόμαστε οτι μπορεί νά πραγματοποιηθεί χωρις πόνο, χωρίς σταύρωση. Με τά μεγάλα παθήματα, τήν ύπομονή όλων των έξουθενώσεων καί όλων τών άδικιών, κερδίζουμε τή δωρεά τής χάριτος, τής άγάπης έκείνης πού άγκαλιάζει τά πάντα. Καί τότε θά γνωρίζουμε τον Θεό «καθώς έστι», δηλαδή ώς «άγάπη» .

Αύτό λοιπόν πρέπει νά ζήσουμε. Θά μπορούσα νά σάς μιλήσω έκτενέστερα για τό έξής παράδοξο φαινόμενο: οί άνθρωποι δεν προσέχουν τά δικά τους λάθη καί κρίνουν τούς άλλους. Με τον τρόπο αύτό καταστρέφεται ή ένότητα. Φυλαχθείτε άπό κάθε λογισμό έναντίον τών άδελφών, γιατί κάθε τέτοιος λογισμός προκαλεί ρωγμή στον τοίχο τής Μονής μας. Τό είπαμε άρκετές φορές. Αύτό δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα! Επειδή, όταν σκεφτόμαστε τό κακό γιά κάποιον καί ύστερα βγαίνουμε άπό τό κελί μας καί τον συναντούμε, τά ίχνη τής κακής αύτής σκέψεως ένεργούν. Καί τότε ό άλλος, έξαιτίας αύτού τού φαινομένου, άνταποκρίνεται με άντίστοιχο τρόπο. Καί ποτέ δεν είναι δυνατόν νά γνωρίσουμε ποιος «άρχισε» πρώτος. Γι’ αύτό καί προσευχόμαστε: «Δώρησαί μοι τού όράν τά έμά πταίσματα». Ή άπουσία τής θεωρίας αύτής κάνει τον κάθε άνθρωπο νά σκέφτεται ότι έχει δίκαιο καί νά μή διακρίνει τά δικά του λάθη. Αύτό τό κάνουν άκόμη καί οί άρχιερείς και όλοι έμείς. Γι’ αύτό φυλαχθείτε άπό κάθε κακή σκέψη όταν είστε στο κελί σας, καί τότε τό «σπίτι μας» θά μένει άκλόνητο καί θά κερδίσουμε τή σωτηρία μας. Άν όμως συγχωρούμε τις δικές μας άμαρτίες χωρίς νά κατανοούμε τον άδελφό, τότε όλα θά καταστραφούν.

Πρόσφατα με έπισκέφτηκε κάποιος νέος άνθρωπος πού ήρθε σε σύγκρουση με τή γυναίκα του. Αύτοί έχουν δύο παιδιά. Τού είπα: «Ταπεινώσου, καί τότε θά άποφύγουμε τήν τραγική διάλυση τής οικογένειας. Καί τά μικρά παιδιά θά σωθούν άπό τήν τραγική μορφή ζωής πού ύφίστανται τά παιδιά τών όποιων οί γονείς είναι χωρισμένοι». Τό ίδιο ισχύει καί στή δική μας οικογένεια: θά άποφεύγουμε σάν φωτιά, σάν δηλητηριώδες φίδι, κάθε ίχνος διασπάσεως. Θά οικοδομήσουμε τή ζωή μας έτσι, ώστε πραγματικά νά σωζόμαστε καί νά άφομοιώσουμε έκείνο τό δώρο τού Θεού πού έχουμε μέ τήν πνευματική μας έλευθερία, νά συναχθούμε δηλαδή καί νά ζήσουμε ώς μία οικογένεια.

Μιλώ ένώ πονά ή καρδιά μου καί πολλά άπό τά λόγια μου ίσως είναι άδέξια. Ωστόσο όμως, άκούτε ό,τι σάς λέω καί θά δείτε άγαθούς καρπούς στή ζωή σας. Ό όσιος Σεραφείμ τού Σάρωφ έλεγε: «Απόκτησε ειρήνη καί γύρω σου θά σωθούν χιλιάδες». Είμαστε είκοσι έξι άνθρωποι. Συνεπώς, άν ό Θεός μάς βοηθήσει νά νικήσουμε τά πάθη μας έδώ, καί άν μέ τον τρόπο αύτό ό καθένας σώσει χίλιους, τότε είκοσι έξι χιλιάδες άνθρωποι θά μπούν στόν Παράδεισο.

 Εκφωνήθηκε στα ρωσικά, στις 11 Φεβρουάριου 1991.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ. ΤΟΜΟΣ Β

πηγή: Άπαντα Ορθοδοξίας